Το Βουντού ή Βοντούν είναι μια μορφή αφροαμερικανικής λατρείας που αναπτύχθηκε στο Μπενίν και διαπότισε στη συνέχεια το Τόγκο, τη Νιγηρία και την Γκάνα, πριν μεταφυτευτεί στο Νέο Κόσμο μέσω των σκλάβων που μεταφέρονταν βίαια από την Αφρική σε νησιά της Καραϊβικής, κυρίως στην Αϊτή. Απογυμνωμένοι σωματικά και ψυχικά εξαιτίας της δουλείας, το μόνο πράγμα που συνέδεε τους ξεριζωμένους δεσμώτες με τον τόπο και το παρελθόν τους ήταν το να μένουν γαντζωμένοι, παρά τον συστηματικό διωγμό, στα πιστεύω τους. Από τον 17ο αιώνα δοξασίες, κοσμοθεωρίες και τελετουργικές πρακτικές που σχετίζονταν με την πίστη στα πνεύματα είχαν ήδη εξαπλωθεί στον Νέο Κόσμο. Το βουντού είναι ένα περίπλοκο δόγμα, οι τελετουργίες και οι δοξασίες του οποίου στα μάτια των Δυτικών έχουν αποκτήσει καταχθόνιους συμβολισμούς. Για να το κατανοήσει κανείς θα πρέπει να απεμπολήσει τις προκαταλήψεις. αγάπη και τη σύμπνοια. Δαιμονοποιημένο από τον αμερικανικό κινηματογράφο της δεκαετίας του ‘30, θύμα της εικόνας των θυσιών του και της τελετουργικής του έκστασης, το βουντού ανέκαθεν ταυτιζόταν με τη μαύρη μαγεία. Παρά τις δοξασίες περί του αντιθέτου, δεν υπηρετεί το Κακό, δεν έχει καμία σχέση με τη μαγεία, αντιπροσωπεύει την ειρήνη, την Η χρήση αλκοόλ και η μετάβαση των πιστών σε έκσταση μέσω ρυθμικών κινήσεων και μουσικής, η ανάδειξη της γυναικείας φιγούρας στις τελετουργίες σε κορυφαίο παράγοντα, οι μάσκες των θεοτήτων, η μαζική μέθεξη, η αυθυποβολή, η επαναλαμβανόμενη χορευτική κίνηση και το αίμα του θυσιαζόμενου ζώου είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά των τελετουργιών βουντού. Όλα τα παραπάνω με σκοπό την εξύμνηση των θεοτήτων, τον εξευμενισμό των ανθρώπων που προσεύχονται μέσα από την έκσταση για να απαλύνουν τον πόνο των ανθρώπων, να φέρουν βροχή για τη σοδειά, υγεία για τους αρρώστους.