fb

Πληροφορίες για: Θάσος

Μια σύντομη περιγραφή
Η νήσος Θάσος βρίσκεται στη βόρεια Ελλάδα, αντίκρυ από τις ακτές της Ανατολικής Μακεδονίας. Μια απόσταση 18 ναυτικών μιλίων τη χωρίζει από την Καβάλα και μόλις 6 μίλια από την Κεραμωτή και το Αεροδρόμιο της Καβάλας. Έδρα του νησιού είναι ο Λιμένας. Το νησί είναι κατάφυτο και η ξυλεία αποτελεί ένα από τα κύρια εισοδήματα των Θασίων, όπως και η εξόρυξη μαρμάρου, ο τουρισμός, το λάδι, οι ελιές, το μέλι κ.ά. Ελιές, πεύκα, πλατάνια, έλατα, φλαμουριές, κέδρα, κρανιές και άλλα ήμερα και άγρια δένδρα καλύπτουν τους μικρούς κάμπους μέχρι τις κορφές των βουνών. Έχει περίπου 14.000 κατοίκους.  Είναι ορεινός τόπος και η ψηλότερη κορυφή της είναι το Ψαριό ή Υψάριον (1.203 μ.). Η πρόσβαση, όμως, είναι εύκολη χάρη στους δασικούς δρόμους. Χαρακτηρίζεται από πλούσιους κάμπους με ελαιόδενδρα. Από την αρχαιότητα ήταν γνωστή για το πλούσιο υπέδαφός της σε σίδηρο, χρυσό και στο κατάλευκο μάρμαρό της.

Πανέμορφες παραλίες
To νησί σε όλη του την έκταση έχει ακτές, όπως τη Χρυσή Αμμουδιά στη Σκάλα Παναγιάς, τη Χρυσή Ακτή στη Σκάλα Ποταμιάς, τα Κοίνυρα, ο Παράδεισος, τη Θημωνιά, την Αλυκή, την Ψιλή Άμμο, το Αστρίς, την Ακτή του Ποτού, το Πευκάρι, την Ακτή Λιμεναριών μέχρι την Τρυπητή, τον Ατσαπά στην Σκάλα Μαριών, την Ακτή Καλλιράχης, την Ακτή Σωτήρας, την Ακτή Αλσυλλίου (Δασύλιο) στην Σκάλα Πρίνου, τη Σκάλα Ραχωνίου, τον Παχύ, το Παπαλιμάνι, τη Γλυφάδα και στην πόλη του Λιμένα την Ακτή Αγίου Βασιλείου, την παραλία (συνοικισμού) στην ανατολική πλευρά της πόλης, το Νυστέρι και το Γλυκάδι (2-3 χλμ. από Λιμένα). Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι πηγές που υπάρχουν στην Παναγία της θάσου.

«Το νησί των σειρήνων»
Ο θρύλος τη θέλει να ‘ναι το ομηρικό νησί των σειρήνων και όχι άδικα αφού πάντα σαγήνευε και εξακολουθεί να γοητεύει με τα κάλλη της τους ταξιδιώτες που την προσεγγίζουν. Σήμερα, αποτελεί πόλο έλξης για χιλιάδες τουρίστες από όλο τον κόσμο που την επισκέπτονται για τις διακοπές τους κάθε χρόνο. Προϊστορικοί και ιστορικοί τόποι, αρχαιολογικοί χώροι εξαιρετικής σημασίας, παλαιοχριστιανικές βασιλικές, μοναστήρια, εκκλησίες με σκαλιστά τέμπλα, χωριά ορεινά με την παραδοσιακή τους αρχιτεκτονική , προσκαλούν τον φιλίστορα επισκέπτη σε ένα συναρπαστικό ταξίδι στο παρελθόν.

Ποταμιά

Η Ποταμιά βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νησιού σε απόσταση 10χλμ από τον Λιμένα. Έχει 1200 κατοίκους οι οποίοι ασχολούνται με τον τουρισμό, την γεωργία, την κτηνοτροφία και την αλιεία. Είναι χτισμένη σε πλαγιά, κάτω από την κορυφή του βουνού με πέτρινα παραδοσιακά σπίτια. Το όνομά της το έχει πάρει από το ποτάμι που κυλάει εκεί. Χαρακτηριστικό είναι το ήσυχο περιβάλλον και η παραδοσιακή ομορφιά του. Περιηγηθείτε στις ομορφιές της, μέσα από το μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή του βουνού Υψάριο (1208μ). Επισκεφτέιτε το μουσείου γλυπτικής του Πολύγνωτου Βαγή καθώς επίσης, τις δύο εκκλησίες του χωριού.

Θεολόγος

Σε υψόμετρο 220μ και νοτιοανατολικά του νησιού βρίσκεται το παραδοσιακό ορεινό χωριό Θεολόγος. Απέχει 50χλμ από τον Λιμένα και 10χλμ από τον Ποτό. Έχει περίπου 800 κατοίκους, οι οποίοι το καλοκαίρι ασχολούνται με τον τουρισμό και το χειμώνα με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την ύπαρξη του οικισμού ανέρχονται από το 1287. Υπήρξε πρωτεύουσα του νησιού κατά την τούρκικη κατοχή (1455-1813) και κατά την αιγυπτιακή εξουσία (1813-1902). Ο Θεολόγος είναι ένας παραδοσιακός οικισμός, με πλακόστρωτα στενά δρομάκια και μακεδονική αρχιτεκτονική. Χαρακτηρίστηκε πολιτιστική πρωτεύουσα το 1979 και από τότε θεσπίστηκαν κάποιες προδιαγραφές ως προς την κατασκευή και ανακαίνιση σπιτιών. Στην περιοχή υπάρχει ένα παλιό πετρόκτιστο γεφύρι δίνοντας πρόσβαση στην περιοχή Αστρίς. Το χωριό του Θεολόγου Θάσου διατηρεί την παράδοση και τον πολιτισμό του. Κάθε καλοκαίρι γίνεται αναπαράσταση του παραδοσιακού θασίτικου γάμου. Το χωριό φημίζεται για την κουζίνα του και συγκεκριμένα για τα κρεατικά, με δημοφιλές το κατσικάκι. Στο χωριό θα βρείτε το Λαογραφικό Μουσείο Θεολόγου στο αρχοντικό Χατζηγιώργη, και αρκετές εκκλησίες ενώ στη διαδρομή προς Θεολόγο θα συναντήσετε την νεκρόπολη (προ 8ου αιώνα πΧ).

Καζαβίτι

Το Καζαβίτι είναι ίσως το πιο όμορφο και γραφικό ορεινό χωριό του νησιού. Απέχει 4χλμ από τον Πρίνο και 20 χλμ από τον Λιμένα. Χωρίζεται σε Μικρό και Μεγάλο Καζαβίτι, τα οποία απέχουν μεταξύ τους 500μ. Είναι γνωστά επίσης και με το όνομα Μικρός και Μεγάλος Πρίνος αντίστοιχα. Κεραμικά και πύργοι που βρέθηκαν στην περιοχή μαρτυρούν την εγκατάσταση κατοίκων από το 400πΧ. Το χωριό Καζαβίτι στη Θάσο έχει στενά πλακόστρωτα δρομάκια και τα αυτοκίνητα φτάνουν ως τη πλατεία του. Η περιοχή φημίζεται για το καλό κρέας, τα αμπέλια και το κρασί. Εκεί, κάτω από τα πλατάνια, θα βρείτε παραδοσιακές ταβέρνες και καφενεία. Το χωριό διασχίζεται από πολλά κανάλια. Χαρακτηριστική στο Καζαβίτι είναι η αρχιτεκτονική των πέτρινων σπιτιών, με στέγες από σχιστόλιθο, ξύλινους εξώστες και ζωγραφισμένα ταβάνια. Τα σπίτια έχουν μείνει ανέγγιχτα από το χρόνο καθώς άρχισαν να εγκαταλείπονται από το 1960. Τα τελευταία χρόνια όμως άρχισαν να επισκευάζονται και να συντηρούνται από τους ιδιοκτήτες τους. Έτσι, το Καζαβίτι κατοικείται σχεδόν εποχιακά. Συνεχίζοντας τον αγροτικό δρόμο από το Καζαβίτι θα φθάσετε στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα. Πρόκειται για ένα γυναικείο μοναστήρι που πανηγυρίζει στις 27 Ιουλίου.

Ραχώνι

Το Ραχώνι είναι ένα ορεινό χωριό στο βορειοδυτικό τμήμα της Θάσου. Απέχει 15χλμ από το Λιμένα και 4 χλμ από την ακτή. Έχει περίπου 400 κατοίκους που ασχολούνται με την ελαιοπαραγωγή, την μελισσοκομία και την αλιεία. Λέγεται ότι οι ελαιώνες που υπάρχουν στους πρόποδες της περιοχής φθάνουν τα 900 χρόνια. Λίγο πριν την είσοδο του χωριού βρίσκεται η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η εκκλησία είναι χτισμένη τον 19ο αιώνα κάτω από πλατάνια, απ΄όπου και ρέει μία πηγή. Γιορτάζει στις 15 Αυγούστου όπου οι γυναίκες ετοιμάζουν το κουρμπάνι (κρέας με σιτάρι) που μοιράζεται μετά την Θεία λειτουργία.

Κάστρο

Το Κάστρο είναι ο παλιότερος οικισμός του νησιού και βρίσκεται βορειοανατολικά των Λιμεναρίων σε απόσταση 12 χλμ. Βρίσκεται σε υψόμετρο 500μ και δεν διακρίνεται από τα πεδινά. Το όνομά του το πήρε από τα ερείπια του κάστρου που υπάρχει, το τείχος του οποίου κατασκευάστηκε το 1403. Από το 1905 άρχισε να ερημώνεται όταν οι κάτοικοι μεταφέρθηκαν στα παράκτια χωριά. Τα τελευταία χρόνια τα σπίτια επισκευάζονται από τους ιδιοκτήτες τους και χρησιμοποιούνται ως εξοχικά. Στο χωριό υπάρχει η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου η οποία χτίστηκε το 1804, σε 40 μέρες, με σχετική άδεια του Σουλτάνου. Για την κατασκευή της βοήθησε όλο το χωριό και χρησιμοποιήθηκαν πέτρες από το τείχος του Κάστρου. Η εκκλησία λειτουργεί το τελευταίο Σάββατο κάθε μήνα και γιορτάζει στις 18 Ιανουαρίου όπου γίνεται πανηγύρι. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το Κάστρο χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό μνημείο με υπουργική απόφαση του 1880. Ο δρόμος προς το κάστρο είναι χωμάτινος και προτείνεται να πάτε με κάποιο τετρακίνητο ή άλλο ψηλό όχημα.

Λιμένας ή Θάσος

Η Θάσος ήκμασε κατά τα αρχαία χρόνια και αυτό φανερώνεται από τους πλούσιους αρχαιολογικούς της χώρους. Κατοικήθηκε ξανά τον 19ο αιώνα από κατοίκους της Παναγίας αλλά και από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Σήμερα, η Θάσος, γνωστή και ως Λιμένας, αποτελεί την πρωτεύουσα και το διοικητικό κέντρο του νησιού. Βρίσκεται στη βόρεια πλευρά και είναι το κοντινότερο σημείο με την ηπειρωτική Ελλάδα. Διαθέτει το κεντρικό λιμάνι του νησιού το οποίο συνδέεται πολύ συχνά με το λιμάνι της Κεραμωτής. Ο πληθυσμός της είναι περίπου 3000. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τον τουρισμό, την αλιεία, την γεωργία και την εξόρυξη μαρμάρου.

Πληροφορίες για τις Χώρες

Ελλάδα

Η Ελλάς είναι κράτος στο νότιο άκρο της Βαλκανικής ή χερσονήσου του Αίμου και αποτελεί επίσης τη νοτιοανατολική άκρη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, συνορεύοντας προς Βορρά με την Αλβανία, τη FYROM ή ΠΓΔM, τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας και την Βουλγαρία και προς Ανατολάς με την Τουρκία.

Γεωγραφία

Γεωλογική διαμόρφωση
Ο σημερινός ελληνικός χώρος διαμορφώθηκε ύστερα από σειρές γεωλογικών ανατροπών, ηπειρογενετικών και ορογενετικών κινήσεων της Πλειόκαινης εποχής. Τα γεωλογικά αυτά φαινόμενα, στην περιοχή της προϊστορικής "Αιγηίδος", προκάλεσαν κατακερματισμό και καταποντισμό διάφορων τμημάτων ξηράς, ενώ αλλού ανάδυση άλλων τμημάτων ξηράς από τη θάλασσα. Προηγουμένως, κατά την Ολιγόκαινη εποχή, με την αλπική πτύχωση σχηματίστηκαν με προέκταση των "Δειναρίδων" οροσειρών οι "Ελληνίδες" οροσειρές, οι οποίες σκέπασαν τον ηπειρωτικό κορμό της Ελλάδας, την Πελοπόννησο, την Κρήτη. Έτσι, η χώρα διαμορφώθηκε κυρίως σε ορεινή, με μέγιστο κατακόρυφο και οριζόντιο διαμελισμό και με πολλά ρήγματα (Κορινθιακός κόλπος, κοιλάδα Σπερχειού, Μαλιακός κόλπος, στενό Ευρίπου, ρήγμα Ιονίου πελάγους κ.λ.π.). Παράλληλα δημιουργήθηκαν πολυάριθμα νησιά, πολλά από τα οποία είναι ηφαιστειογενή, σκορπισμένα σε μια θαλάσσια περιοχή γεμάτη από υποβρύχιες τάφρους, φρέατα και βυθίσματα. Η γεωλογική διαμόρφωση δεν έχει ακόμα εντελώς οριστικοποιηθεί και γι` αυτό η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο σεισμογενείς χώρες του κόσμου, αν και η ηφαιστειακή δράση έχει ουσιαστικά ατονήσει και ελάχιστα είναι σήμερα τα ενεργά ηφαίστεια (Σαντορίνη, Νίσυρος).

Όρη
Το ελληνικό ανάγλυφο έχει γενικά ως κύριο χαρακτηριστικό τη συσσώρευση πολλών ορεινών όγκων. Τα 3/5 της χώρας καλύπτονται από βουνά, με ψηλότερο τον Όλυμπο (2.904 μ.) (βλέπε πίνακα βουνών).

Πεδιάδες
Η Ελλάδα είναι ορεινή κυρίως χώρα, γι` αυτό και δεν έχει παρά λίγες και μέτριες σε έκταση πεδιάδες. Μόνο το 1/5 της ξηράς αποτελείται από πεδιάδες, που περιβάλλονται συνήθως από φραγμό ψηλών βουνών ή περιορίζονται από τη θάλασσα. Η μεγαλύτερη πεδινή έκταση της Ελλάδας βρίσκεται στην κεντρική Μακεδονία και απαρτίζεται από τις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης, των Γιαννιτσών και της Κατερίνης, οι οποίες όμως αποτελούν ουσιαστικά ενιαίο σύνολο, με έκταση 2.616 τ.χλμ. (βλέπε πίνακα πεδιάδων). Από τις υπόλοιπες πεδιάδες της Κοζάνης-Καϊλαρίων και της Φλώρινας είναι υψίπεδα, που βρίσκονται σε ύψος 620-650 μ., του Δομοκού σε ύψος 300μ., των Φαρσάλων και Τρικάλων-Καρδίτσας με υψόμετρο 120μ., ενώ όλες οι άλλες βρίσκονται σε υψόμετρο κάτω από 100μ.

Ποταμοί
Οι ποταμοί της Ελλάδας είναι μικροί, ακολουθούν τη διεύθυνση των κοιλάδων και χύνονται στις ελληνικές θάλασσες. Γενικά αβαθείς και ορμητικοί, κανένας τους δεν είναι πλωτός και μόνο σε ορισμένα σημεία του Έβρου και του Λουδία μπορούν να κυκλοφορήσουν λέμβοι. Οι ελληνικοί ποταμοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες λάσπης και έτσι σχηματίζουν συχνά προσχώσεις και δέλτα στις εκβολές τους. Τα νερά τους όμως από το 1952 άρχισαν να χρησιμοποιούνται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως στον Αχελώο, στον Αλιάκμονα κ.ά. Επίσης αρδεύουν τις γύρω απ` αυτούς πεδινές εκτάσεις και καθιστούν γόνιμο το έδαφός τους. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί που διαρρέουν την Ελλάδα είναι ο Έβρος και ο Αξιός. Και οι δύο όμως πηγάζουν έξω από την ελληνική επικράτεια, ο Έβρος από τη Βουλγαρία και ο Αξιός από τα Σκόπια (FYROM). Το μήκος τους μέσα στην Ελλάδα είναι περιορισμένο. Από τους ποταμούς που πηγάζουν μέσα στον ελληνικό χώρο ο μεγαλύτερος είναι ο Αλιάκμονας, που διασχίζει τη Δυτική Μακεδονία και χύνεται στο Θερμαϊκό κόλπο (βλέπε πίνακα ποταμών).

Λίμνες
Οι ελληνικές λίμνες είναι λίγες και μικρές, εκτός από τη Μεγάλη Πρέσπα, η οποία όμως δε βρίσκεται ολόκληρη μέσα στην ελληνική επικράτεια, καθώς μέρος της ανήκει στην Αλβανία και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η στάθμη των νερών τους δεν είναι σταθερή λόγω των υπόγειων ροών, ενώ πολλές δεν είναι πλωτές σε μεγάλη έκταση. Σε πολλές από αυτές λειτουργούν ιχθυοτροφεία, στα οποία εκτρέφονται κυρίως χέλια και πέστροφες. Οι περισσότερες και μεγαλύτερες βρίσκονται στη Μακεδονία, ενώ υπάρχουν και ορισμένες λιμνοθάλασσες (Αγουλινίτσας, Μεσολογγίου). Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει σοβαρά αποστραγγιστικά έργα στις ελληνικές λίμνες, δύο μάλιστα από αυτές, των Γιαννιτσών και η Κωπαΐδα, έχουν αποξηρανθεί και μεταβλήθηκαν σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. (βλέπε πίνακα λιμνών).

Θάλασσες
Η Ελλάδα βρέχεται από τρία πελάγη της Ανατολικής Μεσογείου: το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Κρητικό, σπουδαιότερο από τα οποία είναι το Αιγαίο, γιατί αποτελεί το δρόμο που συνδέει τον Εύξεινο Πόντο με τη Μεσόγειο, καθώς και την Ευρώπη με τη Μικρά Ασία, ενώ είναι διάσπαρτο από μικρά και μεγάλα νησιά. Το Κρητικό πέλαγος, καθώς και το Θρακικό και το Μυρτώο, αποτελούν τμήματα του Αιγαίου.
Το Ιόνιο πέλαγος είναι πιο ομαλό από το Αιγαίο. Τα λίγα νησιά του έχουν διάταξη παράλληλη προς τη δυτική ακτή της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το βάθος του πελάγους μέχρι τα νησιά αυτά μόλις που ξεπερνά τα 200 μ. Πέρα όμως από τα νησιά ανοίγεται απότομη και εκτεταμένη υφαλολεκάνη με βάθη που διαρκώς αυξάνονται.
Παραθέτουμε τα μέγιστα βάθη των θαλασσών της Ελλάδας:
α) Φρέαρ Οινουσών: το μέγιστο βάθος 5.090 μ. σημειώνεται σε απόσταση 68 μιλίων νοτιοδυτικά του ακρωτηρίου Ταίναρου. Το βάθος αυτό είναι το μέγιστο της Ελληνικής Τάφρου και της Μεσογείου.
β) Τάφρος Καρπάθου: Μέγιστα βάθη 3.048 μ. και 2.532 μ. νοτιοδυτικά της βορειότερης άκρης της νήσου Καρπάθου. Είναι υφαλοχαράδρα με κατεύθυνση προς τη βορειοανατολική άκρη Σίδερο της Κρήτης και από εκεί προς το μεταξύ της Κρήτης και Θήρας διάστημα. Το μέγιστο βάθος 3.048 μ. βρίσκεται σε απόσταση 40 μιλίων νοτιοανατολικά της άκρης Σίδερο της Κρήτης, ενώ το βάθος των 2.532μ. βρίσκεται σε απόσταση 13 μιλίων βόρεια της νήσου Κάσου.
γ) Τάφρος Βόρειου Αιγαίου. Εκτείνεται μεταξύ Βόρειων Σποράδων και Χαλκιδικής, με μέγιστο βάθος 1.950 μ., 4 μίλια βορειοανατολικά της Σκοπέλου.
δ) Λεκάνη Ρόδου: Βρίσκεται ανατολικά-νοτιοανατολικά της Ρόδου και το μέγιστο βάθος 4.452 μ. σημειώνεται σε απόσταση 49 μιλίων ανατολικά της Ρόδου.

Ακτογραφία
Οι ελληνικές ακτές σχηματίζουν μεγάλο αριθμό χερσονήσων και κόλπων.
α) Χερσόνησοι. Κυριότερη χερσόνησος είναι η Χαλκιδική στο Αιγαίο πέλαγος. Αυτή διαιρείται σε τρεις μικρότερες χερσονήσους: του Αγίου Όρους ή Άθωνος (αρχ. Ακτή), της Κασσάνδρας (αρχ. Παλλήνη) και της Λόγγου (αρχ. Σιθωνία). Η Πελοπόννησος ουσιαστικά είναι και αυτή χερσόνησος, γιατί συνδέεται με τον κορμό της ηπειρωτικής Ελλάδας με τον Ισθμό της Κορίνθου.
β) Κόλποι. Πολυάριθμοι και βαθείς κόλποι σχηματίζονται κατά μήκος των ακτών. Κυριότεροι από αυτούς κατά σειρά από τα ανατολικά όρια της χώρας (Θράκη) είναι ο κόλπος της Αλεξανδρούπολης (Δεδέ Αγάτς), κόλπος που σχηματίζεται στις εκβολές του ποταμού Έβρου, ο κόλπος της Καβάλας, ο Στρυμονικός (Κόλπος Ορφανού) ανάμεσα στη Χαλκιδική και την Ανατολική Μακεδονία, ο κόλπος του Αγίου Όρους (αρχ. Σιγγιτικός) και της Κασσάνδρας (αρχ. Τορωναίος), ανάμεσα στις χερσονήσους της Χαλκιδικής, ο Θερμαϊκός ανάμεσα στη Χαλκιδική και στην Κεντρική Μακεδονία, στον οποίο εκβάλλουν οι ποταμοί Αξιός, Αλιάκμονας, Γαλλικός και Λουδίας, ο Παγασητικός, απέναντι από τη Βόρεια Εύβοια, ο Ευβοϊκός, ανάμεσα στην Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα, ο Μαλλιακός, στο μυχό του Βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, ο Σαρωνικός μεταξύ Στερεάς και Βορειοανατολικής Πελοποννήσου, ο Κορινθιακός, που αποτελεί θαλάσσια διαχωριστική ζώνη μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου και επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος με τον πορθμό του Ρίου (ελάχιστο πλάτος 1.850μ.) και με το Αιγαίο με τη διώρυγα της Κορίνθου, που ανοίχτηκε το 1893. Η νότια ακτή του Κορινθιακού κόλπου είναι ομαλή, η βόρεια όμως σχηματίζει τρεις μικρότερους κόλπους, της Ιτέας, των Αντικύρων και των Αιγοσθένων.
Η Πελοπόννησος από ανατολικά προς δυτικά επίσης σχηματίζει τους εξής κόλπους: τον Αργολικό, το Λακωνικό, το Μεσσηνιακό, τον Κυπαρισσιακό και τον Πατραϊκό.
Στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα κυριότερος κόλπος είναι ο Αμβρακικός, ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Στερεά. Συνδέεται με το Ιόνιο πέλαγος διαμέσου του πορθμού της Πρέβεζας, που έχει ελάχιστο πλάτος 400μ.
Στην Κρήτη σχηματίζονται τρεις μεγάλοι κόλποι, της Σούδας, του Μιραμπέλλου και της Μεσσαράς. Στη Λέσβο σχηματίζεται ο κόλπος της Καλλονής, στην Κεφαλονιά του Αργοστολίου και στη Ζάκυνθο ο ομώνυμος κόλπος.
Στους κόλπους αυτούς πρέπει να προστεθούν ορισμένα φυσικά λιμάνια και όρμοι, όπως του Πειραιά, του Βαθέος Σάμου, της Μήλου, του Μούδρου και της Πύλου.
γ) Λιμάνια. Από άποψη εμπορικής κίνησης, αλλά και συγκοινωνιακής, τα σημαντικότερα λιμάνια της Ελλάδας είναι i. Του Πειραιά: Είναι ευρύτατο και βαθύ και έχει κατάλληλη είσοδο, ώστε εύκολα να προσορμίζουν σ` αυτό κάθε είδους πλοία, χωρίς να επηρεάζονται από θαλασσοταραχές. Αποτελεί συγχρόνως συγκοινωνιακό κόμβο με πολλά λιμάνια της Ευρώπης και άλλων ηπείρων. ii. Της Θεσσαλονίκης: Είναι το μεγαλύτερο της Βαλκανικής και εξυπηρετεί τις θαλάσσιες συγκοινωνίες πολλών βαλκανικών χωρών, καθώς αποτελεί τη μοναδική έξοδό τους στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Άλλα μεγάλα λιμάνια της χώρας είναι του Βόλου, του Ηρακλείου, της Ρόδου, της Σύρου, της Ελευσίνας, της Καλαμάτας, της Μυτιλήνης, της Καβάλας, της Πρέβεζας κλπ.
δ) Ακρωτήρια. Τα μεγαλύτερα ακρωτήρια είναι το Ρίο, ο Ακρίτας, το Ταίναρο και ο Μαλέας στην Πελοπόννησο, το Άκτιο απέναντι από την Πρέβεζα, το Σούνιο στην Αττική, το Αρτεμίσιο και ο Καφηρέας στην Εύβοια, το Τρίκερι στη Θεσσαλία και ο Άθως στη Χαλκιδική.
ε) Πορθμοί, διώρυγες κ.τ.λ. Οι σημαντικότεροι πορθμοί και διώρυγες είναι οι εξής: ο πορθμός του Ευρίπου με ελάχιστο πλάτος 40 μ., το Στενό του Ρίου-Αντιρρίου με ελάχιστο πλάτος 1.920 μ., η διώρυγα της Λευκάδας με ελάχιστο πλάτος 20 μ. και μήκος 3,4 μίλια, η διώρυγα της Κορίνθου με ελάχιστο πλάτος 21 μ. και μήκος 6,3 χλμ., ο δίαυλος Ηγουμενίτσας με ελάχιστο πλάτος 70 μ. και μήκος 920 μ., ο δίαυλος της Πρέβεζας με ελάχιστο πλάτος 60 μ. και μήκος 2.650 χλμ., ο δίαυλος Ναυστάθμου Σαλαμίνας με ελάχιστο πλάτος 240 μ. και μήκος 1.020 μ. και ο δίαυλος Πόρου Μεγάρων με ελάχιστο πλάτος 200 μ. και μήκος 2.400 μ.

Θαλάσσια ρεύματα
Μεγάλα θαλάσσια ρεύματα δεν παρουσιάζουν οι ελληνικές θάλασσες. Τα κυριότερα από αυτά είναι τα εξής: α) Το ψυχρό ρεύμα του Εύξεινου Πόντου, που προχωρεί κατά μήκος των ανατολικών ακτών της ηπειρωτικής Ελλάδας και εξαφανίζεται στο νότιο Αιγαίο. Από το ρεύμα αυτό επηρεάζεται το κλίμα των ακτών προς το ψυχρότερο και ξηρότερο. β) Το θερμό ρεύμα της Μεσογείου, που διακλαδίζεται προς το Ιόνιο και το Αιγαίο πέλαγος και καθιστά το κλίμα της Νότιας Ελλάδας θερμό και υγρό.

Νησιά
Πολλά νησιά, μεγάλα, μέτρια, μικρά, καθώς και ερημονήσια και βραχονησίδες περιβάλλουν την Ελλάδα. Η συνολική τους επιφάνεια είναι 25.484 τ.χλμ. Το μήκος των ακτών κατανέμεται ως εξής: Ηπειρωτική Ελλάδα 2.699,3 χλμ., Πελοπόννησος 1.378,7 χλμ., Νησιά 10.943 χλμ. Το συνολικό μήκος ακτών είναι 15.021 χλμ.
Το μεγαλύτερο ελληνικό νησί είναι η Κρήτη, που έχει έκταση 8.336 τ.χλμ., όση δηλ. περίπου και η Θράκη.

Θερμές πηγές
Αφθονούν στην Ελλάδα οι θερμές ιαματικές πηγές. Οι σπουδαιότερες απ` αυτές είναι: α) Στη Μακεδονία: των Ελευθερών, της Καβάλας (οξυανθρακικές, αλκαλικές), του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης (αλκαλικές, ραδιενεργές), της Νιγρίτας Σερρών (αλκαλικές, ραδιενεργές), του Σέδες Θεσσαλονίκης (θειούχες), του Βελβενδού Κοζάνης (θειούχες), του Σιδηρόκαστρου Σερρών (αλκαλικές, δισανθρακικές), του Ξυνού Νερού Φλώρινας (οξυανθρακικές, αλκαλικές). β) Στη Θράκη: της Σαμοθράκης (θειούχες). γ) Στην Ήπειρο: των Καβασίλων Ιωαννίνων (θειούχες), του Βρωμονερίου Κόνιτσας (θειούχες). δ) Στη Στερεά Ελλάδα: της Βουλιαγμένης Αττικής (χλωρονατριούχες, θειούχες, οξυανθρακικές), της Υπάτης (θειούχες), του Πλατύστομου Φθιώτιδας (οξυανθρακικές, αλκαλικές, σιδηρούχες, θειούχες), των Καμένων Βούρλων Λοκρίδας (ραδιενεργές), της Αιδηψού Εύβοιας (οξυανθρακικές θερμές αλιπηγές), της Αίγινας (αλκαλικές), των Θερμοπυλών Φθιώτιδας (θειούχες) κ.λ.π. ε) Στη Θεσσαλία: του Τσάγεζι (σιδηρούχες, οξυανθρακικές), της Δρανίτσας (θειούχες), του Σμοκόβου Καρδίτσας (αλκαλικές). στ) Στην Πελοπόννησο: των Μεθάνων (οξυανθρακικές, θειούχες), του Λουτρακίου Κορινθίας (αλκαλικές), της Κυλλήνης Ηλείας (θειούχες), του Καϊάφα Ολυμπίας (θειούχες) κ.ά. ζ) Στην Κρήτη: της Λέντας Ηρακλείου (αλκαλικές). η) Στα νησιά του Αιγαίου: της Θερμής Λέσβου (αλκαλικές, θειούχες, σιδηρούχες), του Πολυχνίτου Λέσβου (αλκαλικές), της Κεράμου Χίου (θειούχες, αλκαλικές), της Κουρνού Λήμνου (θειούχες). θ) Στις Κυκλάδες: της Κύθνου (θερμές, σιδηρούχες και ιωδοβρομιούχες αλιπηγές), της Σάριζας Άνδρου (οξυανθρακικές, χλωρονατριούχες).
Οι θερμότερες απ` αυτές είναι του Πολυχνίτου Λέσβου (87° C). Της Αιδηψού κυμαίνονται μεταξύ 65°C-78° C. Οι πιο ραδιενεργές είναι των Καμένων Βούρλων.

Χλωρίδα
Χαρακτηριστικά μεσογειακή χώρα η Ελλάδα, είναι πλούσια σε αειθαλή και σκληρόφυλλα δέντρα και θάμνους και σε αρωματικά φυτά. Το σύνολο του φυτικού κόσμου της ανέρχεται σε 4.045 είδη, από τα οποία κυριαρχούν η ελιά, η λεύκα, ο πλάτανος, το κυπαρίσσι, η συκιά, η δάφνη, το πεύκο, το έλατο, η δρυς, η καστανιά, τα εσπεριδοειδή, η άμπελος, η χαρουπιά κ.ά. Πολυάριθμα είναι τα είδη των λουλουδιών, από τα οποία τα περισσότερα καλλωπιστικά, ανθοκομικά και καρποφόρα έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες, όπως ο λωτός (Ν Ασία), η αροκάρια (Νήσοι Νόρφολκ), το γιασεμί (Μαλαισία), η ορτανσία (Κίνα), ο υάκινθος (Κεντρική Αμερική), ο βασιλικός, η μαντζουράνα κ.ά. Τέλος στη χώρα φύονται πάνω από 1.200 συνολικά ενδημικά είδη, τα περισσότερα από τα οποία στην Κρήτη, τις Κυκλάδες και το Άγιο Όρος.

Πανίδα
Ο ζωικός κόσμος της Ελλάδας έχει μεσογειακό χαρακτήρα, με πολυπληθέστερα τα παραθαλάσσια και θαλάσσια ζώα. Έχουν καταμετρηθεί 50 είδη θηλαστικών, 362 πτηνών, 300 είδη ψαριών και πολλά άλλα θαλάσσια είδη και ερπετά. Γενικά έχουν καταγραφεί 1.500 είδη ζώων.
Η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας έχει περιορίσει πολύ την άγρια πανίδα: τα άγρια ζώα, όπως ο λύκος, η αρκούδα, το αγριογούρουνο, το ελάφι, το αγριοκάτσικο και το τσακάλι, είναι σπάνια σήμερα. Από τα ήμερα συνήθη είναι τα πρόβατα, τα ιπποειδή, τα βοοειδή, οι κατσίκες και διάφορα άλλα κατοικίδια.
Τα πτηνά είναι κυρίως αποδημητικά (χελιδόνια, αγριόπαπιες, ερωδιοί, πελαργοί, ορτύκια, τρυγόνια κ.α.). Υπάρχουν όμως και ενδημικά αρπακτικά (γύπας, αετός, γεράκι, κουκουβάγια) και αλεκτοροειδή. Ιδιαίτερα αφθονούν τα είδη των ερπετών.

περισσότερα

Παρόμοιοι Προορισμοί

Με μια ματιά

Χρυσές αμμουδιές, ξανθά περιγιάλια, γραφικοί όρμοι, καταγάλανα νερά, ελαιώνες, βαθύσκιωτα δάση, ορθοπλαγιές, ποτάμια και μικροί καταρράκτες συνθέτουν την παλέτα της φύσης στην πανέμορφη Θάσο!

Χάρτης Ταξιδιού Θάσος