fb

Πληροφορίες για: Χίος

Μια σύντομη περιγραφή
Η Χίος είναι νησί του Ανατολικού Αιγαίου. Απέχει ελάχιστα από τις ακτές της Μικράς Ασίας. Μόλις 3,5 ναυτικά μίλια τη χωρίζουν από το ακρωτήριο Πούντα ως τη χερσόνησο της Ερυθραίας στο ύψος του Τσεσμέ. Είναι το πέμπτο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας (904 τετρ.χιλιόμετρα) με μήκος ακτών 213 χιλιόμετρα και πληθυσμό, που ζει στην πόλη της Χίου, πρωτεύουσα και κύριο λιμάνι του νησιού καθώς και στα 64 χωριά του νησιού. Ακόμα η Χίος έχει μεγάλη απόδημη κοινότητα σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη.

Γνωστή για την μαστίχα της
Τα κύρια προϊόντα που εξάγει είναι η ονομαστή χιώτικη μαστίχα, το λάδι, τα σύκα και το κρασί, ενώ έχει διεθνή φήμη για το μέγεθος και την ποιότητα της ναυτιλίας της.

Κυριώς ορεινό
Το έδαφος της Χίου είναι κατά το κύριο μέρος του ορεινό, ενώ μόνο στα νότια και ανατολικά του νομού σχηματίζονται κάποιες πεδινές εκτάσεις. Στα βόρεια της Χίου βρίσκεται η οροσειρά Πελιναίο με ψηλότερη κορυφή τον Άγιο Ηλία (1.297 μ.). Στη Χίο δεν υπάρχουν ποτάμια, ενώ το μήκος των ακτών της φτάνει τα 213 χλμ. Το νησί είναι γνωστό για τα γραφικά του τοπία, αλλά και για το εύκρατο μεσογειακό κλίμα με ήπιους χειμώνες και με σπάνιες βροχές το καλοκαίρι. Οι άνεμοι συνήθως πνέουν βόρειοι-βορειοδυτικοί και η θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 28-29 βαθμών Κελσίου.

Πόλη της Χίου (Χώρα)

Η πόλη της Χίου που λέγεται συνήθως και Χώρα, με 29.000 κατοίκους, είναι η πολυπληθέστερη πόλη του νησιού, διοικητικό, πνευματικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό και εμπορικό κέντρο, και συγχρόνως το σπουδαιότερο λιμάνι του. Κτισμένη στο μέσο περίπου της Ανατολικής πλευράς του νησιού, σε οπτική επαφή με τα παράλια της Μικρά Ασίας, θέση η οποία υποδεικνύει τη στενή σχέση που είχε με την Ιωνία. Αρχαιολογικά ευρήματα αποδεικνύουν ότι το νησί κατοικείται από το 6.000 π.Χ. Η πόλη της Χίου κτίστηκε από Ίωνες λίγο πριν από το 1.000 π.Χ. Έτσι η ιστορία της Χώρας ξεπερνά τα 3.000 χρόνια. Σ' όλη αυτή την μακρόχρονη πορεία της η Χίος γνώρισε περιόδους ακμής και παρακμής. Σήμερα είναι μια πόλη ζωντανή, με οικονομική, ναυτιλιακή και εμπορική δραστηριότητα, αλλά συγχρόνως εκπαιδευτική και πνευματική, καθώς διαθέτει σχολεία όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, βιβλιοθήκες (Αδαμαντίου Κοραή), αλλά και το Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο όπου λαμβάνουν μέρος συνέδρια και συμβούλια όλων των θεμάτων, πολιτιστικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις και γενικά διάφορες καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Παρόλο που η καταστροφή του 1822, ο σεισμός του 1881 αλλά και η γενικευμένη ανοικοδόμηση των μεταπολεμικών δεκαετιών δεν άφησαν ανεπηρέαστη την ιστορική αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της, η πόλη διατηρεί πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για τον επισκέπτη, τόσο στο κέντρο, όσο και στις συνοικίες της. Για να αποφύγετε τον κυκλοφοριακό φόρτο του κέντρου της πόλης, μπορείτε να την επισκεφθείτε πεζοί, αφήνοντας το όχημά σας σε έναν από τους περιφερειακούς χώρους στάθμευσης (Φάρκαινα, Ναυτικός Όμιλος στα Νότια, οδός Ράμνης, Εύοδος στη Βόρεια είσοδο της πόλης). Περπατήστε στον παραλιακό πεζόδρομο του κεντρικού λιμανιού (Προκυμαία), ένα από τα πιο ζωντανά σημεία της πόλης, τόσο τη μέρα όσο και τη νύχτα...με τις καφετέριες, ουζερί, εστιατόρια. Η πλατεία Βουνακίου, όπου βρίσκονται τα διοικητικά κτίρια της Περιφερειακής Ενότητας Χίου και το Δημαρχείο, το Οθωμανικό τέμενος (Μετζιτιέ Τζαμί), που στεγάζει το Βυζαντινό Μουσείο, ο μεγάλος και δροσερός Δημοτικός Κήπος, είναι μια περιοχή που συνδυάζει αρμονικά το παρόν με το παρελθόν του τόπου. Κοντά στην πλατεία, υπάρχουν τα αξιοπρόσεκτα κτίσματα που διασώθηκαν από την εποχή της Τουρκοκρατίας στο νησί, το Μπαιρακλή Τζαμί, το Οσμανιέ Τζαμί, καθώς και Οθωμανικές κρήνες. Περίπου στην ίδια περιοχή βρίσκεται ο ναός του Αγίου Βασιλείου των Πετροκοκκίνων που από τα τέλη του 16ου αιώνα στέγαζε τη Μητρόπολη της Χίου και ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Από το κέντρο της πλατείας, η οδός Κένεντυ οδηγεί στην επίσημη πύλη του μεσαιωνικού κάστρου της Χίου. Η οικοδόμηση του φρουρίου ανάγεται στα τέλη του 10ου αιώνα και κυρίως στον 11ο αιώνα στη θέση περίπου της αρχαίας πόλης και σε άμεση σχέση με το λιμάνι. Το κάστρο που κατοικείται συνεχώς από την εποχή που κτίσθηκε μέχρι σήμερα, έχει τα χαρακτηριστικά του παλαιού κατοικημένου φρουρίου, δηλαδή στενά δρομάκια, πολλά ερείπια και κτίρια ποικίλων εποχών. Στα νότια της πλατείας εκτείνεται ο κεντρικός δρόμος της πόλης, η Απλωταριά. Ο δρόμος διασχίζει τον πυρήνα της παλιάς πόλης, κρατώντας και σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής κίνησης, με πολλά καταστήματα που συνθέτουν μια αξιόλογη αγορά. Στην Απλωταριά βρίσκονται τα περισσότερα κτίρια του19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, παλιά αρχοντικά κτίρια. Προς το τέλος της Απλωταριάς και προς τα ανατολικά, ένας δρόμος οδηγεί στο Γυμνάσιο το οποίο ιδρύθηκε το 1792, στην Μητρόπολη, στη Βιβλιοθήκη του Κοραή η οποία αριθμεί 135.000 τόμους και διαθέτει στον πάνω όροφο Πινακοθήκη και Λαογραφικό Μουσείο. Στα νότια της πόλης εκτείνονται συνοικίες που κατοικήθηκαν κατά τον 20ό αιώνα και έκτοτε περιλαμβάνουν τις τάσεις επέκτασης της πόλης. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το κεντρικό γήπεδο της πόλης, αλλά και το Ναυτικό Μουσείο. Τέλος, στην περίμετρο της πόλης βρίσκεται ο Καμμένος Πύργος και ο Γοτθικός Πύργος, κτίσματα της γενουατικής περιόδου.

Αμάδες

Οι Αμάδες βρίσκονται σε ένα καταπράσινο τοπίο όπου κυλάνε πολλά ρυάκια. Στο χωριό συναντάμε διάφορα δέντρα, νερόμυλους και την εκκλησία της Αγίας Κυριακής. Κοντινή παραλία για κολύμπι είναι η παραλία των Αμάδων. Το χωριό γιορτάζει 7 Ιουλίου που τιμάται η μνήμη της Αγίας Κυριακής.

Καρδάμυλα

Τα Καρδάμυλα χωρίζονται στα Άνω Καρδάμυλα, που είναι ο παλαιότερος οικισμός και ο νεότερος που ονομάζεται Κάτω Καρδάμυλα ή Μάρμαρο. Χτισμένα στην θέση Καρδαμύλη, ενός απο τους αρχαιότερους οικισμούς του νησιού, τα Καρδάμυλα είναι τόπος με μεγάλη ναυτική παράδοση και ιστορία, πατρίδα ναυτικών και εφοπλιστών. Τα σπίτια του χωριού είναι κυρίως πέτρινα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και διατηρείται σε μεγάλο βαθμό η αυθεντική πολεοδομική του μορφή. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αποτελούν τα στενά δρομάκια και τα σοκάκια με τις λίθινες καμάρες. Στο υψηλότερο σημείο του χωριού βρίσκεται η παραδοσιακή συνοικία Σπήλια που χτίστικε την εποχή του μεσαίωνα. Ο Άγιος Λουκάς, η Μονή Πέρα Παναγιά και η Παναγία Υπαπαντή με τη βοτσαλωτή αυλή είναι κάποιες από τις ονομαστές εκκλησίες του Χωριού. Επίνειο του χωριου είναι τα Κάτω Καρδάμυλα ή αλλιώς το Μάρμαρο. Οι κοντινές παραλίες είναι πολλές όπως η Βλυχάδα, ο Ναγός και ο Γιόσωνας. Τα Άνω Καρδάμυλα γιορτάζουν 18 Οκτωβρίου και 2 Φεβρουαρίου.

Καμπιά

Το Βίκι είναι ένα μικρό χωριό χτισμένο σε μία κατάφυτη κοιλάδα όπου διακρίνονται ερείπια μεσαιωνικού κάστρου. Στο χωριό συναντάμε την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, φτιαγμένη από υλικά του κάστρου, το παλιό εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία και το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Το Βίκι είναι γνωστό για το κρασί του και γιορτάζει 15 Αυγούστου στη χάρη της Παναγιάς, 23 Αυγούστου στα εννιάμερα της Παναγιάς και 29 Αυγούστου την ημέρα του Αγίου Ιωάννη.

Λαγκάδα

Το χωριό Καμπιά είναι ενα μικρό χωριό με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Περιβάλλεται από πυκνά πευκοδάση και πλούσια βλάστηση. Εδώ βρίσκεται το ομώνυμο φαράγγι και μέσα από μια υπέροχη περιπατητική διαδρομή φτάνουμε στο μεσαιωνικό Κάστρο της Ωριάς, το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και την παραλία των Καμπιών. Τα Καμπιά γιορτάζουν 26 Ιουλίου την ημέρα της Αγίας Παρασκευής, 27 Ιουλίου και 8 Σεπτεμβρίου που τιμάται η γέννηση της Θεοτόκου.

Πληροφορίες για τις Χώρες

Ελλάδα

Η Ελλάς είναι κράτος στο νότιο άκρο της Βαλκανικής ή χερσονήσου του Αίμου και αποτελεί επίσης τη νοτιοανατολική άκρη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, συνορεύοντας προς Βορρά με την Αλβανία, τη FYROM ή ΠΓΔM, τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας και την Βουλγαρία και προς Ανατολάς με την Τουρκία.

Γεωγραφία

Γεωλογική διαμόρφωση
Ο σημερινός ελληνικός χώρος διαμορφώθηκε ύστερα από σειρές γεωλογικών ανατροπών, ηπειρογενετικών και ορογενετικών κινήσεων της Πλειόκαινης εποχής. Τα γεωλογικά αυτά φαινόμενα, στην περιοχή της προϊστορικής "Αιγηίδος", προκάλεσαν κατακερματισμό και καταποντισμό διάφορων τμημάτων ξηράς, ενώ αλλού ανάδυση άλλων τμημάτων ξηράς από τη θάλασσα. Προηγουμένως, κατά την Ολιγόκαινη εποχή, με την αλπική πτύχωση σχηματίστηκαν με προέκταση των "Δειναρίδων" οροσειρών οι "Ελληνίδες" οροσειρές, οι οποίες σκέπασαν τον ηπειρωτικό κορμό της Ελλάδας, την Πελοπόννησο, την Κρήτη. Έτσι, η χώρα διαμορφώθηκε κυρίως σε ορεινή, με μέγιστο κατακόρυφο και οριζόντιο διαμελισμό και με πολλά ρήγματα (Κορινθιακός κόλπος, κοιλάδα Σπερχειού, Μαλιακός κόλπος, στενό Ευρίπου, ρήγμα Ιονίου πελάγους κ.λ.π.). Παράλληλα δημιουργήθηκαν πολυάριθμα νησιά, πολλά από τα οποία είναι ηφαιστειογενή, σκορπισμένα σε μια θαλάσσια περιοχή γεμάτη από υποβρύχιες τάφρους, φρέατα και βυθίσματα. Η γεωλογική διαμόρφωση δεν έχει ακόμα εντελώς οριστικοποιηθεί και γι` αυτό η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο σεισμογενείς χώρες του κόσμου, αν και η ηφαιστειακή δράση έχει ουσιαστικά ατονήσει και ελάχιστα είναι σήμερα τα ενεργά ηφαίστεια (Σαντορίνη, Νίσυρος).

Όρη
Το ελληνικό ανάγλυφο έχει γενικά ως κύριο χαρακτηριστικό τη συσσώρευση πολλών ορεινών όγκων. Τα 3/5 της χώρας καλύπτονται από βουνά, με ψηλότερο τον Όλυμπο (2.904 μ.) (βλέπε πίνακα βουνών).

Πεδιάδες
Η Ελλάδα είναι ορεινή κυρίως χώρα, γι` αυτό και δεν έχει παρά λίγες και μέτριες σε έκταση πεδιάδες. Μόνο το 1/5 της ξηράς αποτελείται από πεδιάδες, που περιβάλλονται συνήθως από φραγμό ψηλών βουνών ή περιορίζονται από τη θάλασσα. Η μεγαλύτερη πεδινή έκταση της Ελλάδας βρίσκεται στην κεντρική Μακεδονία και απαρτίζεται από τις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης, των Γιαννιτσών και της Κατερίνης, οι οποίες όμως αποτελούν ουσιαστικά ενιαίο σύνολο, με έκταση 2.616 τ.χλμ. (βλέπε πίνακα πεδιάδων). Από τις υπόλοιπες πεδιάδες της Κοζάνης-Καϊλαρίων και της Φλώρινας είναι υψίπεδα, που βρίσκονται σε ύψος 620-650 μ., του Δομοκού σε ύψος 300μ., των Φαρσάλων και Τρικάλων-Καρδίτσας με υψόμετρο 120μ., ενώ όλες οι άλλες βρίσκονται σε υψόμετρο κάτω από 100μ.

Ποταμοί
Οι ποταμοί της Ελλάδας είναι μικροί, ακολουθούν τη διεύθυνση των κοιλάδων και χύνονται στις ελληνικές θάλασσες. Γενικά αβαθείς και ορμητικοί, κανένας τους δεν είναι πλωτός και μόνο σε ορισμένα σημεία του Έβρου και του Λουδία μπορούν να κυκλοφορήσουν λέμβοι. Οι ελληνικοί ποταμοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες λάσπης και έτσι σχηματίζουν συχνά προσχώσεις και δέλτα στις εκβολές τους. Τα νερά τους όμως από το 1952 άρχισαν να χρησιμοποιούνται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως στον Αχελώο, στον Αλιάκμονα κ.ά. Επίσης αρδεύουν τις γύρω απ` αυτούς πεδινές εκτάσεις και καθιστούν γόνιμο το έδαφός τους. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί που διαρρέουν την Ελλάδα είναι ο Έβρος και ο Αξιός. Και οι δύο όμως πηγάζουν έξω από την ελληνική επικράτεια, ο Έβρος από τη Βουλγαρία και ο Αξιός από τα Σκόπια (FYROM). Το μήκος τους μέσα στην Ελλάδα είναι περιορισμένο. Από τους ποταμούς που πηγάζουν μέσα στον ελληνικό χώρο ο μεγαλύτερος είναι ο Αλιάκμονας, που διασχίζει τη Δυτική Μακεδονία και χύνεται στο Θερμαϊκό κόλπο (βλέπε πίνακα ποταμών).

Λίμνες
Οι ελληνικές λίμνες είναι λίγες και μικρές, εκτός από τη Μεγάλη Πρέσπα, η οποία όμως δε βρίσκεται ολόκληρη μέσα στην ελληνική επικράτεια, καθώς μέρος της ανήκει στην Αλβανία και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η στάθμη των νερών τους δεν είναι σταθερή λόγω των υπόγειων ροών, ενώ πολλές δεν είναι πλωτές σε μεγάλη έκταση. Σε πολλές από αυτές λειτουργούν ιχθυοτροφεία, στα οποία εκτρέφονται κυρίως χέλια και πέστροφες. Οι περισσότερες και μεγαλύτερες βρίσκονται στη Μακεδονία, ενώ υπάρχουν και ορισμένες λιμνοθάλασσες (Αγουλινίτσας, Μεσολογγίου). Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει σοβαρά αποστραγγιστικά έργα στις ελληνικές λίμνες, δύο μάλιστα από αυτές, των Γιαννιτσών και η Κωπαΐδα, έχουν αποξηρανθεί και μεταβλήθηκαν σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. (βλέπε πίνακα λιμνών).

Θάλασσες
Η Ελλάδα βρέχεται από τρία πελάγη της Ανατολικής Μεσογείου: το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Κρητικό, σπουδαιότερο από τα οποία είναι το Αιγαίο, γιατί αποτελεί το δρόμο που συνδέει τον Εύξεινο Πόντο με τη Μεσόγειο, καθώς και την Ευρώπη με τη Μικρά Ασία, ενώ είναι διάσπαρτο από μικρά και μεγάλα νησιά. Το Κρητικό πέλαγος, καθώς και το Θρακικό και το Μυρτώο, αποτελούν τμήματα του Αιγαίου.
Το Ιόνιο πέλαγος είναι πιο ομαλό από το Αιγαίο. Τα λίγα νησιά του έχουν διάταξη παράλληλη προς τη δυτική ακτή της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το βάθος του πελάγους μέχρι τα νησιά αυτά μόλις που ξεπερνά τα 200 μ. Πέρα όμως από τα νησιά ανοίγεται απότομη και εκτεταμένη υφαλολεκάνη με βάθη που διαρκώς αυξάνονται.
Παραθέτουμε τα μέγιστα βάθη των θαλασσών της Ελλάδας:
α) Φρέαρ Οινουσών: το μέγιστο βάθος 5.090 μ. σημειώνεται σε απόσταση 68 μιλίων νοτιοδυτικά του ακρωτηρίου Ταίναρου. Το βάθος αυτό είναι το μέγιστο της Ελληνικής Τάφρου και της Μεσογείου.
β) Τάφρος Καρπάθου: Μέγιστα βάθη 3.048 μ. και 2.532 μ. νοτιοδυτικά της βορειότερης άκρης της νήσου Καρπάθου. Είναι υφαλοχαράδρα με κατεύθυνση προς τη βορειοανατολική άκρη Σίδερο της Κρήτης και από εκεί προς το μεταξύ της Κρήτης και Θήρας διάστημα. Το μέγιστο βάθος 3.048 μ. βρίσκεται σε απόσταση 40 μιλίων νοτιοανατολικά της άκρης Σίδερο της Κρήτης, ενώ το βάθος των 2.532μ. βρίσκεται σε απόσταση 13 μιλίων βόρεια της νήσου Κάσου.
γ) Τάφρος Βόρειου Αιγαίου. Εκτείνεται μεταξύ Βόρειων Σποράδων και Χαλκιδικής, με μέγιστο βάθος 1.950 μ., 4 μίλια βορειοανατολικά της Σκοπέλου.
δ) Λεκάνη Ρόδου: Βρίσκεται ανατολικά-νοτιοανατολικά της Ρόδου και το μέγιστο βάθος 4.452 μ. σημειώνεται σε απόσταση 49 μιλίων ανατολικά της Ρόδου.

Ακτογραφία
Οι ελληνικές ακτές σχηματίζουν μεγάλο αριθμό χερσονήσων και κόλπων.
α) Χερσόνησοι. Κυριότερη χερσόνησος είναι η Χαλκιδική στο Αιγαίο πέλαγος. Αυτή διαιρείται σε τρεις μικρότερες χερσονήσους: του Αγίου Όρους ή Άθωνος (αρχ. Ακτή), της Κασσάνδρας (αρχ. Παλλήνη) και της Λόγγου (αρχ. Σιθωνία). Η Πελοπόννησος ουσιαστικά είναι και αυτή χερσόνησος, γιατί συνδέεται με τον κορμό της ηπειρωτικής Ελλάδας με τον Ισθμό της Κορίνθου.
β) Κόλποι. Πολυάριθμοι και βαθείς κόλποι σχηματίζονται κατά μήκος των ακτών. Κυριότεροι από αυτούς κατά σειρά από τα ανατολικά όρια της χώρας (Θράκη) είναι ο κόλπος της Αλεξανδρούπολης (Δεδέ Αγάτς), κόλπος που σχηματίζεται στις εκβολές του ποταμού Έβρου, ο κόλπος της Καβάλας, ο Στρυμονικός (Κόλπος Ορφανού) ανάμεσα στη Χαλκιδική και την Ανατολική Μακεδονία, ο κόλπος του Αγίου Όρους (αρχ. Σιγγιτικός) και της Κασσάνδρας (αρχ. Τορωναίος), ανάμεσα στις χερσονήσους της Χαλκιδικής, ο Θερμαϊκός ανάμεσα στη Χαλκιδική και στην Κεντρική Μακεδονία, στον οποίο εκβάλλουν οι ποταμοί Αξιός, Αλιάκμονας, Γαλλικός και Λουδίας, ο Παγασητικός, απέναντι από τη Βόρεια Εύβοια, ο Ευβοϊκός, ανάμεσα στην Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα, ο Μαλλιακός, στο μυχό του Βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, ο Σαρωνικός μεταξύ Στερεάς και Βορειοανατολικής Πελοποννήσου, ο Κορινθιακός, που αποτελεί θαλάσσια διαχωριστική ζώνη μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου και επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος με τον πορθμό του Ρίου (ελάχιστο πλάτος 1.850μ.) και με το Αιγαίο με τη διώρυγα της Κορίνθου, που ανοίχτηκε το 1893. Η νότια ακτή του Κορινθιακού κόλπου είναι ομαλή, η βόρεια όμως σχηματίζει τρεις μικρότερους κόλπους, της Ιτέας, των Αντικύρων και των Αιγοσθένων.
Η Πελοπόννησος από ανατολικά προς δυτικά επίσης σχηματίζει τους εξής κόλπους: τον Αργολικό, το Λακωνικό, το Μεσσηνιακό, τον Κυπαρισσιακό και τον Πατραϊκό.
Στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα κυριότερος κόλπος είναι ο Αμβρακικός, ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Στερεά. Συνδέεται με το Ιόνιο πέλαγος διαμέσου του πορθμού της Πρέβεζας, που έχει ελάχιστο πλάτος 400μ.
Στην Κρήτη σχηματίζονται τρεις μεγάλοι κόλποι, της Σούδας, του Μιραμπέλλου και της Μεσσαράς. Στη Λέσβο σχηματίζεται ο κόλπος της Καλλονής, στην Κεφαλονιά του Αργοστολίου και στη Ζάκυνθο ο ομώνυμος κόλπος.
Στους κόλπους αυτούς πρέπει να προστεθούν ορισμένα φυσικά λιμάνια και όρμοι, όπως του Πειραιά, του Βαθέος Σάμου, της Μήλου, του Μούδρου και της Πύλου.
γ) Λιμάνια. Από άποψη εμπορικής κίνησης, αλλά και συγκοινωνιακής, τα σημαντικότερα λιμάνια της Ελλάδας είναι i. Του Πειραιά: Είναι ευρύτατο και βαθύ και έχει κατάλληλη είσοδο, ώστε εύκολα να προσορμίζουν σ` αυτό κάθε είδους πλοία, χωρίς να επηρεάζονται από θαλασσοταραχές. Αποτελεί συγχρόνως συγκοινωνιακό κόμβο με πολλά λιμάνια της Ευρώπης και άλλων ηπείρων. ii. Της Θεσσαλονίκης: Είναι το μεγαλύτερο της Βαλκανικής και εξυπηρετεί τις θαλάσσιες συγκοινωνίες πολλών βαλκανικών χωρών, καθώς αποτελεί τη μοναδική έξοδό τους στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Άλλα μεγάλα λιμάνια της χώρας είναι του Βόλου, του Ηρακλείου, της Ρόδου, της Σύρου, της Ελευσίνας, της Καλαμάτας, της Μυτιλήνης, της Καβάλας, της Πρέβεζας κλπ.
δ) Ακρωτήρια. Τα μεγαλύτερα ακρωτήρια είναι το Ρίο, ο Ακρίτας, το Ταίναρο και ο Μαλέας στην Πελοπόννησο, το Άκτιο απέναντι από την Πρέβεζα, το Σούνιο στην Αττική, το Αρτεμίσιο και ο Καφηρέας στην Εύβοια, το Τρίκερι στη Θεσσαλία και ο Άθως στη Χαλκιδική.
ε) Πορθμοί, διώρυγες κ.τ.λ. Οι σημαντικότεροι πορθμοί και διώρυγες είναι οι εξής: ο πορθμός του Ευρίπου με ελάχιστο πλάτος 40 μ., το Στενό του Ρίου-Αντιρρίου με ελάχιστο πλάτος 1.920 μ., η διώρυγα της Λευκάδας με ελάχιστο πλάτος 20 μ. και μήκος 3,4 μίλια, η διώρυγα της Κορίνθου με ελάχιστο πλάτος 21 μ. και μήκος 6,3 χλμ., ο δίαυλος Ηγουμενίτσας με ελάχιστο πλάτος 70 μ. και μήκος 920 μ., ο δίαυλος της Πρέβεζας με ελάχιστο πλάτος 60 μ. και μήκος 2.650 χλμ., ο δίαυλος Ναυστάθμου Σαλαμίνας με ελάχιστο πλάτος 240 μ. και μήκος 1.020 μ. και ο δίαυλος Πόρου Μεγάρων με ελάχιστο πλάτος 200 μ. και μήκος 2.400 μ.

Θαλάσσια ρεύματα
Μεγάλα θαλάσσια ρεύματα δεν παρουσιάζουν οι ελληνικές θάλασσες. Τα κυριότερα από αυτά είναι τα εξής: α) Το ψυχρό ρεύμα του Εύξεινου Πόντου, που προχωρεί κατά μήκος των ανατολικών ακτών της ηπειρωτικής Ελλάδας και εξαφανίζεται στο νότιο Αιγαίο. Από το ρεύμα αυτό επηρεάζεται το κλίμα των ακτών προς το ψυχρότερο και ξηρότερο. β) Το θερμό ρεύμα της Μεσογείου, που διακλαδίζεται προς το Ιόνιο και το Αιγαίο πέλαγος και καθιστά το κλίμα της Νότιας Ελλάδας θερμό και υγρό.

Νησιά
Πολλά νησιά, μεγάλα, μέτρια, μικρά, καθώς και ερημονήσια και βραχονησίδες περιβάλλουν την Ελλάδα. Η συνολική τους επιφάνεια είναι 25.484 τ.χλμ. Το μήκος των ακτών κατανέμεται ως εξής: Ηπειρωτική Ελλάδα 2.699,3 χλμ., Πελοπόννησος 1.378,7 χλμ., Νησιά 10.943 χλμ. Το συνολικό μήκος ακτών είναι 15.021 χλμ.
Το μεγαλύτερο ελληνικό νησί είναι η Κρήτη, που έχει έκταση 8.336 τ.χλμ., όση δηλ. περίπου και η Θράκη.

Θερμές πηγές
Αφθονούν στην Ελλάδα οι θερμές ιαματικές πηγές. Οι σπουδαιότερες απ` αυτές είναι: α) Στη Μακεδονία: των Ελευθερών, της Καβάλας (οξυανθρακικές, αλκαλικές), του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης (αλκαλικές, ραδιενεργές), της Νιγρίτας Σερρών (αλκαλικές, ραδιενεργές), του Σέδες Θεσσαλονίκης (θειούχες), του Βελβενδού Κοζάνης (θειούχες), του Σιδηρόκαστρου Σερρών (αλκαλικές, δισανθρακικές), του Ξυνού Νερού Φλώρινας (οξυανθρακικές, αλκαλικές). β) Στη Θράκη: της Σαμοθράκης (θειούχες). γ) Στην Ήπειρο: των Καβασίλων Ιωαννίνων (θειούχες), του Βρωμονερίου Κόνιτσας (θειούχες). δ) Στη Στερεά Ελλάδα: της Βουλιαγμένης Αττικής (χλωρονατριούχες, θειούχες, οξυανθρακικές), της Υπάτης (θειούχες), του Πλατύστομου Φθιώτιδας (οξυανθρακικές, αλκαλικές, σιδηρούχες, θειούχες), των Καμένων Βούρλων Λοκρίδας (ραδιενεργές), της Αιδηψού Εύβοιας (οξυανθρακικές θερμές αλιπηγές), της Αίγινας (αλκαλικές), των Θερμοπυλών Φθιώτιδας (θειούχες) κ.λ.π. ε) Στη Θεσσαλία: του Τσάγεζι (σιδηρούχες, οξυανθρακικές), της Δρανίτσας (θειούχες), του Σμοκόβου Καρδίτσας (αλκαλικές). στ) Στην Πελοπόννησο: των Μεθάνων (οξυανθρακικές, θειούχες), του Λουτρακίου Κορινθίας (αλκαλικές), της Κυλλήνης Ηλείας (θειούχες), του Καϊάφα Ολυμπίας (θειούχες) κ.ά. ζ) Στην Κρήτη: της Λέντας Ηρακλείου (αλκαλικές). η) Στα νησιά του Αιγαίου: της Θερμής Λέσβου (αλκαλικές, θειούχες, σιδηρούχες), του Πολυχνίτου Λέσβου (αλκαλικές), της Κεράμου Χίου (θειούχες, αλκαλικές), της Κουρνού Λήμνου (θειούχες). θ) Στις Κυκλάδες: της Κύθνου (θερμές, σιδηρούχες και ιωδοβρομιούχες αλιπηγές), της Σάριζας Άνδρου (οξυανθρακικές, χλωρονατριούχες).
Οι θερμότερες απ` αυτές είναι του Πολυχνίτου Λέσβου (87° C). Της Αιδηψού κυμαίνονται μεταξύ 65°C-78° C. Οι πιο ραδιενεργές είναι των Καμένων Βούρλων.

Χλωρίδα
Χαρακτηριστικά μεσογειακή χώρα η Ελλάδα, είναι πλούσια σε αειθαλή και σκληρόφυλλα δέντρα και θάμνους και σε αρωματικά φυτά. Το σύνολο του φυτικού κόσμου της ανέρχεται σε 4.045 είδη, από τα οποία κυριαρχούν η ελιά, η λεύκα, ο πλάτανος, το κυπαρίσσι, η συκιά, η δάφνη, το πεύκο, το έλατο, η δρυς, η καστανιά, τα εσπεριδοειδή, η άμπελος, η χαρουπιά κ.ά. Πολυάριθμα είναι τα είδη των λουλουδιών, από τα οποία τα περισσότερα καλλωπιστικά, ανθοκομικά και καρποφόρα έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες, όπως ο λωτός (Ν Ασία), η αροκάρια (Νήσοι Νόρφολκ), το γιασεμί (Μαλαισία), η ορτανσία (Κίνα), ο υάκινθος (Κεντρική Αμερική), ο βασιλικός, η μαντζουράνα κ.ά. Τέλος στη χώρα φύονται πάνω από 1.200 συνολικά ενδημικά είδη, τα περισσότερα από τα οποία στην Κρήτη, τις Κυκλάδες και το Άγιο Όρος.

Πανίδα
Ο ζωικός κόσμος της Ελλάδας έχει μεσογειακό χαρακτήρα, με πολυπληθέστερα τα παραθαλάσσια και θαλάσσια ζώα. Έχουν καταμετρηθεί 50 είδη θηλαστικών, 362 πτηνών, 300 είδη ψαριών και πολλά άλλα θαλάσσια είδη και ερπετά. Γενικά έχουν καταγραφεί 1.500 είδη ζώων.
Η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας έχει περιορίσει πολύ την άγρια πανίδα: τα άγρια ζώα, όπως ο λύκος, η αρκούδα, το αγριογούρουνο, το ελάφι, το αγριοκάτσικο και το τσακάλι, είναι σπάνια σήμερα. Από τα ήμερα συνήθη είναι τα πρόβατα, τα ιπποειδή, τα βοοειδή, οι κατσίκες και διάφορα άλλα κατοικίδια.
Τα πτηνά είναι κυρίως αποδημητικά (χελιδόνια, αγριόπαπιες, ερωδιοί, πελαργοί, ορτύκια, τρυγόνια κ.α.). Υπάρχουν όμως και ενδημικά αρπακτικά (γύπας, αετός, γεράκι, κουκουβάγια) και αλεκτοροειδή. Ιδιαίτερα αφθονούν τα είδη των ερπετών.

περισσότερα

Παρόμοιοι Προορισμοί

Με μια ματιά

Καλώς ήλθατε στη Χίο, έναν κρυμμένο θησαυρό στο Αιγαίο, που προκαλεί να τον ανακαλύψεις. Μυροβόλος και φιλόξενη όλο το χρόνο, μαζί με τα μικρονήσια, Οινούσσες και Ψαρά, αποτελεί ένα μωσαϊκό εικόνων και εμπειριών.

Χάρτης Ταξιδιού Χίος