fb

Πληροφορίες για: Τσάντ

Δημοκρατία του Τσαντ
Το Τσαντ, επίσημα Δημοκρατία του Τσαντ, είναι μεσόγειο κράτος στην Κεντρική Αφρική. Συνορεύει με τη Λιβύη στα βόρεια, με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στα νότια, με το Καμερούν και τη Νιγηρία στα νοτιοδυτικά και με το Νίγηρα στα δυτικά.

Πολιτική βία και πραξικοπήματα
Το Τσαντ εξακολουθεί να μαστίζεται από πολιτική βία και επαναλαμβανόμενες απόπειρες πραξικοπημάτων. Είναι μία από τις φτωχότερες και πιο διεφθαρμένες χώρες του κόσμου. Οι περισσότεροι κάτοικοι ζουν στα όρια της φτώχειας ως κτηνοτρόφοι και αγρότες ιδιοκατανάλωσης. Από το 2003 το αργό πετρέλαιο αποτελεί το κύριο εξαγωγικό έσοδο, ξεπερνώντας την παραδοσιακή βιομηχανία βαμβακιού.

Η «νεκρή καρδιά της Αφρικής»
Η πρωτεύουσά του απέχει 1060 χιλιόμετρα από το κοντινότερο λιμάνι, την Ντουάλα του Καμερούν. Εξαιτίας αυτής του της απόστασης από τη θάλασσα και το κατά κύριο λόγο ερημικό κλίμα, το Τσαντ αναφέρεται κάποιες φορές και ως η «νεκρή καρδιά της Αφρικής»

Ντζαμένα

Η Ντζαμένα είναι η πρωτεύουσα της Δημοκρατίας του Τσάντ. Απαντάται και ως Τζαμένα. Το 2005 είχε γύρω στους 721.000 κατοίκους. Αποτελεί και τη μεγαλύτερη πόλη της αφρικανικής χώρας, όπως επίσης και λιμάνι στον ποταμό Σαρί. Η πόλη, με το όνομα Φορ Λαμί, ιδρύθηκε το 1900 από τους Γάλλους. Αποτελούσε το διοικητικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή και ήταν επίσης μια μεγάλη αγορά για κτηνοτροφικά προϊόντα, αλάτι, χουρμάδες και δημητριακά. Η επεξεργασία του κρέατος ήταν και είναι η κύρια βιομηχανία. Το όνομά της άλλαξε σε Ντζαμένα το 1973.

Εκουαδόρ ή αλλιώς Ισημερινός...

Ισημερινός: μισός καθισμένος στο βόρειο ημισφαίριο της πραγματικότητας και μισός καθισμένος στο νότιο ημισφαίριο του ονείρου…

Κίτο: Κεραυνοβόλος έρωτας
Στο Κίτο, δεν νιώθεις περίεργα λόγω υψόμετρου, αλλά έχεις συναίσθηση ότι βρίσκεσαι στα 2.800 μέτρα.
Το κίτο αποτελούσε κομμάτι της Αυτοκρατορίας των Ίνκα Ταγουαντινσούγιο («Τέσσερα Βασίλεια»). Κατά την αποικιοκρατία, το Βασιλικό Ακροατήριο του Κίτο αποτελούσε κομμάτι της Αντιβασιλείας του Περού. Συνεπώς πολλά ονόματα από το παρελθόν του Περού είναι παρόντα κι εδώ: Αταουάλπα, Πιζάρο, Σούκρε, Μπολίβαρ. Είναι σαν να ακούς μια νέα εκδοχή μιας παλιάς ιστορίας.
Θαυμάσιες παλιές αποικιακές εκκλησίες, υπέροχα μουσεία αλλά και αμέτρητες παραστάσεις δρόμου γοητεύουν τον επισκέπτη. Το πραγματικό όμως σύμβολο της πρωτεύουσας του Ισημερινού είναι το άγαλμα της Παρθένου του Panecillo, εμπνευσμένο από την Παρθένο του Κίτο. Δίνοντας σχήμα στην ομορφιά της γεμάτης χάρη φτερωτής αυτής παρθένου, σαν να χορεύει αιθέρια, μας συνεπαίρνει και μας ταξιδεύει.
Το Κίτο έχει όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά: εμπορικά κέντρα, νυχτερινή ζωή, όμορφα πάρκα, εκπληκτικό περιβάλλον και εκατοντάδες πράγματα να ανακαλύψεις που το κάνουν άξιο εξερεύνησης.
Στους φιδωτούς συχνά δρόμους του, μπορείτε να βρείτε τα πάντα: από ανθρώπους που χορεύουν αυθόρμητα, είτε βράδυ είτε πρωί, μέχρι γαμήλια τελετή να εορτάζεται χαρωπά σε δημόσια πλατεία. Αλλά πέρα από ό,τι έχει να προσφέρει αυτή η πόλη, πρέπει να ομολογήσουμε ότι αυτό που μας ελκύει περισσότερο στο Κίτο είναι ότι δεν μας κάνει να νιώθουμε ξένοι. Κι αυτό εν μέρει λόγω των ανθρώπων του, εν μέρει λόγω της αρχιτεκτονικής στο ιστορικό κέντρο και λόγω των πολιτισμικών προσφορών τoυ.

Τσιμποράσο, Καϊμποϊράσο, Κοτοπάξι, Τινγκουράουα, Κιλοτόα, αυτοί οι χιονισμένοι γίγαντες με τα ονόματά τους παρμένα από την ινδιάνικη μυθολογία καλωσορίζουν τους επισκέπτες της εκουαδοριανής κορδιλιέρας που διασχίζουν την Παναμερικάνα, τον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το Μεξικό με την Παταγονία, με κατεύθυνση προς τη Κουένκα.
Στους πρόποδες αυτών των βουνών, σε υψόμετρο 2.500 έως και 4.000 μ., ζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια οι Ινδιάνοι Πουρουά και καλλιεργούν τις πλαγιές τους με πατάτες και καλαμπόκι, το χοντρό, ζουμερό καλαμπόκι που φυτρώνει σε αυτά τα υψόμετρα και το ψήνουν, το αλατίζουν και φτιάχνουν έναν εκλεκτό μεζέ.
Ολόκληρες βουνοπλαγιές με απότομες κλίσεις, χωρισμένες σε χωράφια, σπαρμένα φυτά που τα διαφορετικά χρώματα των λουλουδιών τους συνθέτουν ένα καταπληκτικό παζλ. Και ούτε μια πεζούλα. Πως είναι δυνατόν να μη φεύγει το χώμα σε μια τροπική χώρα, όπου βρέχει τόσο πολύ; Και όμως. Τα ηφαίστεια έχουν χαρίσει σε αυτή τη γη τη λάβα τους, ένα χώμα τόσο πυκνό και πλούσιο που δεν μπορεί να το ξεπλύνει καμιά βροχή και που, ακόμα και ξύλο να μπήξεις, κάτι θα φυτρώσει.
Η Ριομπάμπα, η πρωτεύουσα της επαρχίας Τσιμποράσο, που πήρε το όνομά της από την ψηλότερη κορυφή του Εκουαδόρ στα 6.300 μ., το τρίτο ψηλότερο ηφαίστειο στον κόσμο, το οποίο, λόγω της θέσης του, σχεδόν πάνω στη νοητή γραμμή του ισημερινού, είναι το κοντινότερο σημείο της Γης στον Ήλιο. Η επαρχία Τσιμποράσο είναι μια από τις δυο επαρχίες με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ινδιάνικου πληθυσμού στη χώρα.
Στη Ριομπάμπα, μια μικρή πόλη με αρκετά αποικιακά κτίσματα και εκκλησίες και περισσότερα, νεότερα, κατεβαίνουν καθημερινά πολλοί Ινδιάνοι από τα χωριά τους για να πουλήσουν τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους. Η μεγαλύτερη υπαίθρια λαϊκή αγορά, από τις μεγαλύτερες του Εκουαδόρ, γίνεται γύρω από την εκκλησία Σαν Αλφόνσο. Το θέαμα είναι συναρπαστικό. Ντομάτες, μικρές και μεγάλες, μπανάνες, πράσινες, κίτρινες και κόκκινες, καρύδες, ανανάδες, μάνγκο και δεκάδες άλλα φρούτα της τροπικής γης είναι απλωμένα πάνω σε πάγκους ή σε τεράστιους σωρούς στο πεζοδρόμιο. Και όχι μόνον αυτά. Καπέλα – κάθε φυλή έχει το δικό της στολισμό για τα καπέλα της, ένα έθιμο που επέβαλαν οι κονκισταδόρες, οι Ισπανοί κατακτητές, για να μπορούν να ξεχωρίζουν τους υπηκόους τους -, παντελόνια, κιλίμια και υφαντά, τρανζιστοράκια, εξαρτήματα από διαλυμένα αυτοκίνητα και μηχανάκια, ό,τι μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους, ό,τι χρειάζεται κάποιος για να πορευτεί σε υψόμετρο 2.600 μ.
Και πίσω από τους πάγκους και τις στοίβες, αυτή η πανάρχαια φυλή των Άνδεων με το σκληρό πρόσωπο και τις μπλούζες, τις φούστες και τις μαντίλες τους σε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Για τους ινδιάνικους πληθυσμούς της οροσειράς, οι εβδομαδιαίες υπαίθριες αγορές είναι κάτι παραπάνω από απλές εμπορικές συναλλαγές: είναι τόπος συνάντησης και κοινωνικής συναναστροφής, ο χώρος και ο χρόνος που δηλώνουν την ταυτότητά τους.

Το Τσιμποράσο – «πλεξούδες από πάγο» , στην ινδιάνικη γλώσσα Κέτσουα – είναι ένα από τα πιο επιβλητικά βουνά, σμιλεμένο πάνω σε διαδοχικά στρώματα λάβας και σύμβολο για τους πληθυσμούς της περιοχής. Σε μια από τις πλαγιές του, ο Σιμόν ντε Μπολίβαρ εμπνεύστηκε το ποίημα του «Το ντελίριό μου στο Τσιμποράσο». Στο Εθνικό Δρυμό του, από τα 4.000 μέτρα και πάνω, συναντάμε και τα βικούνια, ένα όμορφο είδος της οικογένειας των αμερικανικών καμηλοειδών.

Στο Εκουαδόρ ζουν τρία είδη αυτής της οικογένειας, τα βικούνια, τα λάμα και τα αλπάκα. Πολλά είναι εξημερωμένα και οι Ινδιάνοι χρησιμοποιούν το μαλλί και το κρέας τους.

Το εκουαδοριανό «μονοπάτι των Ίνκας», δεν υπόσχεται θέα σε χιονισμένους κρατήρες, ανταμείβει όμως τους τολμηρούς με μια υπέροχη διαδρομή μέσα από ινδιάνικους οικισμούς σ’ ένα από τα πιο όμορφα ορεινά τοπία της χώρας.  Από το μονοπάτι των Ίνκας, το οποίο διέσχιζε ο βασιλιάς στη πορεία του προς το Κίτο, δεν έχουν απομείνει πολλά κομμάτια. Οι πέτρες από τις οποίες είχε κατασκευαστεί προορίζονταν για τα μαλακά πόδια των λάμα και όχι για τα άλογα και τα βόδια που χρησιμοποιούσαν οι Ισπανοί στις μετακινήσεις τους. Στη τοποθεσία Παρεδόνες, βρίσκονται και τα καλοδιατηρημένα ερείπια του ναού του Ήλιου της Ινγκαπίρκα, δεύτερου σε σημασία θρησκευτικού τόπου των Ίνκας, μετά το Μάτσου Πίτσου, στο Περού.
Η Παναμερικάνα από το Κίτο προς το Βορρά και τα σύνορα με τη Κολομβία είναι διαφορετική. Έχει πολλές στροφές και υψομετρικές διαφορές, η βλάστηση είναι διαφορετική, τα χρώματα είναι διαφορετικά, τα πράσινα λιγότερα. Η διαδρομή περνά από το Οταβάλο, την πιο τουριστική πόλη του Εκουαδόρ. Είναι μια μικρή πόλη με σωστή ρυμοτομία, καθαρούς πλακόστρωτους δρόμους και ελεγχόμενη κίνηση, με ευρωπαϊκό θα έλεγε κανείς αέρα, πολλά ιντερνέτ καφέ και τράπεζες, αποτέλεσμα μάλλον των χρημάτων που αποφέρει η τουριστική ανάπτυξη. Στη κεντρική πλατεία, την Πλάσα ντε λος Πόντσος, κάθε Σάββατο, γίνεται η μεγαλύτερη εμποροπανήγυρις της Λατινικής Αμερικής.
Τουρίστες από κάθε μεριά της αμερικανικής ηπείρου αλλά και της Ευρώπης, συρρέουν για να αγοράσουν κάτι από την πλούσια χειροτεχνική παραγωγή των Οταβαλένιων και των γύρω περιοχών: υφαντά, τσάντες και αιώρες, διακοσμητικά χαλάκια, σάλια, κουβέρτες και πουλόβερ. Οι Οταβαλένιοι είναι διάσημοι για την υφαντική τους τέχνη , ενώ τα γύρω χωριά έχουν κι αυτά τη δική τους παραγωγή – το Κοτακάτσι είναι το κέντρο της επεξεργασίας δέρματος και το Σαν Αντόνιο είναι γνωστό για τα ξυλόγλυπτά του.
Όλα αυτά μπορεί να τα βρει κανείς στην αγορά του Οταβάλο, την τεράστια πλατεία όπου χωράνε πάνω από 1.000 μικροπωλητές, μαζί με τα αντικείμενα από την ακτή της χώρας, τη ζούγκλα, αλλά και την Κολομβία και το Περού. Το Οταβάλο ήταν από την προκολομβιανή εποχή σταυροδρόμι εμπόρων και αυτή την παράδοση συνεχίζει μέχρι σήμερα. Το Οταβάλο είναι χτισμένο σ΄ ένα προνομιακό φυσικό τοπίο και προσφέρει στον επισκέπτη πολλές δυνατότητες για να περάσει ευχάριστα μερικές μέρες. Μα το πιο όμορφο στο Οταβάλο είναι για πολλούς, οι ίδιοι οι κάτοικοί του. Η γλυκύτητα του τοπίου, σε αντίθεση με την τραχύτητα και τους στιβαρούς ηφαιστειακούς όγκους της κεντρικής οροσειράς, έχει αποτυπωθεί στο πρόσωπό τους: πρόσωπα στρογγυλά, χαμογελαστά, με καλοσχηματισμένα χαρακτηριστικά και μεγάλα μάτια.
Πολλές όμορφες κοπέλες, οι περισσότερες ντυμένες με την παραδοσιακή τους ενδυμασία:  άσπρο πουκάμισο, κεντημένο με πολύχρωμα λουλούδια και δαντελένια τελειώματα, και μαύρη, μακριά φούστα. Αλλά και οι άντρες ακολουθούν πιστά τις επιταγές της παράδοσής τους:  μακριά κοτσίδα, ψάθινο καπελάκι, μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και σκούρο μπλε πόντσο.
Κουένκα, το μικρό χωριό του Ισημερινού που κατασκευάζει τα αυθεντικά panama hats.
Το panama hat θεωρείται η ποίηση των καπέλων, ένα μικρό διακριτικό, αλλά ξεκάθαρο σύμβολο αναμφισβήτητου κομψού στυλ για άνδρες και γυναίκες. Μια υπογράμμιση της παρουσίας του κατόχου του με τον πιο φίνο τρόπο. Είναι δε τα καπέλα με τη μεγαλύτερη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη: από τον Σον Κόνερι και τον Άντονι Χόπκινς, μέχρι τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και τον Ρόμπερτ ντε Νίρο, όλοι έχουν μια εμβληματική σκηνή, ένα καρέ γοητείας, φορώντας ένα panama hat. To 2012 η UNESCO ενέταξε τα panama hats στη λίστα με τα προστατευόμενα πολιτισμικά προϊόντα, με το επιχείρημα ότι η κατασκευή τους είναι μια τέχνη με μυστικά που περνάνε από γενιά σε γενιά.
Γουαγιακίλ, το ορμητήριο για τους σύγχρονους Δαρβίνους.
Μπορεί το μικρό ιστορικό του κέντρο να είναι απλό και λιτό αλλά για τους…τολμηρούς που θα ανέβουν τα 400 και πλέον σκαλιά που οδηγούν στο λόφο Cerro Santa Anna, η θέα από την κορυφή θα τους αποζημιώσει και με το παραπάνω!

...

περισσότερα

Πληροφορίες για τις Χώρες

Τσαντ

Η Δημοκρατία του Τσαντ είναι ανεξάρτητο κράτος της βορειοκεντρικής Αφρικής με έκταση 1.284.000 τ. χλμ. και πληθυσμό 8.997.237 κατοίκους (2002).
Το Τσαντ καταλαμβάνει το νοτιοανατολικό και βορειοανατολικό τμήμα της λεκάνης της λίμνης Τσαντ και περιλαμβάνεται ανάμεσα στη σαχαριανή οροσειρά Τιμπέστι και στην άνω λεκάνη του ποταμού Σαρί, στο κέντρο περίπου της Βόρειας Αφρικής, και δεν έχει θαλασσινή διέξοδο. Συνορεύει στα βόρεια με τη Λιβύη, στα ανατολικά με το Σουδάν, στα νότια με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και στα δυτικά με το Καμερούν, τη Δημοκρατία του Νίγηρα και τη Νιγηρία.

Γεωγραφία

Η μορφολογία του εδάφους εμφανίζει μεγάλες αντιθέσεις λόγω της τεράστιας επιφάνειας της χώρας και της γεωγραφικής της θέσης. Το έδαφος στη μεγαλύτερη έκτασή του είναι πεδινό και περιβάλλεται στα ανατολικά και στα βόρεια από οροσειρές. Το βόρειο και κεντρικό Τσαντ καταλαμβάνεται από ερήμους ή από ημιερημικές εκτάσεις, που καλύπτονται από στέπες με θαμνώδη, σποραδική βλάστηση. Στο βόρειο Τσαντ ειδικότερα, στα σύνορα με τη Δημοκρατία του Νίγηρα και τη Λιβύη εκτείνεται η ηφαιστειογενής οροσειρά του Τιμπέστι με μεγαλύτερο υψόμετρο 3.415 μέτρα στην κορυφή Έμι Κούσι, που είναι η υψηλότερη. Οι άλλες κορυφές είναι η Τουσίντ (3.315 μ.), η Τάρσο Εμίσι ή Τάρσο Ούρι (3.150 μ.) και Τάρσο Τιερόκο (2.910 μ.), στα βορειοανατολικά υψώνεται το ψαμμιτικό οροπέδιο Ενεντί, στα ανατολικά η κρυσταλλική οροσειρά του Ουαντάι και στα νότια το οροπέδιο Ουμπάνγκι του οποίου το χαμηλότερο βύθισμα Τζουράμπ κατέρχεται στα 175 μέτρα. Οι δυτικές προεκτάσεις των υψωμάτων Νταρφούρ του Σουδάν σχηματίζουν στο Τσαντ το οροπέδιο Κάπκα με υψηλότερη κορυφή τη Χατζέρ Μορνού ή Μαρντί, που έχει ύψος 1.310 μ.

περισσότερα

Με μια ματιά

Tο Tσαντ, λόγω της θέσης του ανάμεσα στη Σαχάρα και την Κεντρική Αφρική, εμφανίζει τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή πολυμορφία από όλα τα αφρικανικά κράτη.

 

Χάρτης Ταξιδιού Τσάντ