fb

Πληροφορίες για: Λουξεμβούργο

Περιγραφή

Ανεξάρτητο κράτος της κεντροδυτικής Ευρώπης. Παρά το μικρό του μέγεθος, είναι μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου και αποτελεί, μαζί με την Ολλανδία και το Βέλγιο, ιδρυτικό μέλος της τελωνειακής ένωσης της Μπενελούξ (ιδρύθηκε το 1944) και μία από τις πρώτες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ιδρύθηκε το 1958. Συνορεύει βόρεια και δυτικά με το Βέλγιο, ανατολικά με τη Γερμανία και νότια με τη Γαλλία.
Η συνολική του έκταση ανέρχεται στα 2.586 τ. χλμ. και κατέχει την 167η παγκόσμια θέση. Συγκριτικά, η έκταση της χώρας είναι σχεδόν τριπλάσια από αυτή της Ανδόρας και περίπου 3,5 φορές μικρότερη από αυτή της Κύπρου. Το Λουξεμβούργο είναι η 7η μικρότερη σε έκταση χώρα της Ευρώπης, μετά την πόλη του Βατικανού, το Μονακό, το Σαν Μαρίνο, το Λιχτενστάιν, τη Μάλτα και την Ανδόρα. Αποτελεί επίσης το μικρότερο σε έκταση κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2002, ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται σε 448.569 κατοίκους. Ως προς τον πληθυσμό η χώρα κατέχει την 160ή θέση στον κόσμο και την 37η στην Ευρώπη. Η πυκνότητα του πληθυσμού φτάνει τους 173 κατοίκους ανά τ. χλμ. και είναι διπλάσια σχεδόν από αυτή της Ελλάδας.

Μέχρι τον 20ό αιώνα
Ανάμεσα στο 57-50 π.Χ. στην περιοχή του σημερινού Λουξεμβούργου κατοικούσε το βελγικό φύλο των Τρεβήρων. Το 4ο αι. μ.Χ. η περιοχή αποτέλεσε τμήμα του Φράγκικου Βασιλείου της Αυστρασίας και αργότερα περιλήφθηκε στην αυτοκρατορία του Καρλομάγνου. Οι Ρωμαίοι είχαν χτίσει ένα φρούριο σε μια φυσική οχυρή τοποθεσία, στη θέση τη σημερινής πρωτεύουσας, που το ονόμασαν Luciliburum, δηλαδή "μικρή πόλη", από το οποίο προήλθε και η σημερινή ονομασία της χώρας. Το 963 η περιοχή γύρω από το φρούριο περιήλθε στον Ζίγκφριτ, κόμη των Αρδενών, και αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητη. Γύρω στο 1060, ο Κοράδος, απόγονος του Ζίγκφριτ, ονομάστηκε κόμης του Λουξεμβούργου. Τα επόμενα χρόνια οι διάδοχοί του επέκτειναν την κομητεία του Λουξεμβούργου. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η κόμισσα Ερμεζίνδη (1196-1247), γνωστή για την αγάπη της για τα γράμματα και τις τέχνες και ο δισέγγονός της Ερρίκος Δ΄, ο οποίος το 1308 έγινε βασιλιάς της Γερμανίας ως Ερρίκος Ζ΄, αφήνοντας το ηγεμονικό αξίωμα στο γιό του Ιωάννη Α΄ τον Τυφλό. Ο γιος του τελευταίου, αυτοκράτορας Κάρολος Δ΄, θεωρείται ο ιδρυτής της λουξεμβουργιανής αυτοκρατορικής δυναστείας. Το 1354 αναγόρευσε την κομητεία σε δουκάτο. Μετά το θάνατο του αδελφού του Βεντσεσλάου, το δουκάτο πέρασε στην εξουσία του Φλίππου του Γ΄ της Βουργουνδίας (το 1444), στους Αψβούργους της Αυστρίας (το 1477), στην ισπανική κυριαρχία (το 1555), στη Γαλλία του Λουδοβίκου ΙΔ΄ (το 1684), ξανά στους Ισπανούς (το 1697), στους Αψβούργους (το 1713) και τελικά καταλήφθηκε από τα στρατεύματα της Γαλλικής Επανάστασης το 1795 και έγινε γαλλικός νομός την εποχή του Ναπολέοντα. Το 1815 το Συνέδριο της Βιέννης αποφάσισε την αναγνώριση του Λουξεμβούργου ως μεγάλου δουκάτου και την παραχώρησή του στο Γουλιέλμο Α΄, ως μέλους της Γερμανικής Συνομοσπονδίας. Ο Γουλιέλμος Α΄, βασιλιάς των Κάτω Χωρών, κατόρθωσε να συνενώσει το μεγάλο δουκάτο με το βασίλειό του ως 18η επαρχία του. Το 1831 διασπάστηκε σε δύο τμήματα, από τα οποία το μεγαλύτερο (η σημερινή Βελγική Επαρχία) ενώθηκε με το νεοσύστατο Βασίλειο του Βελγίου, ενώ το υπόλοιπο δόθηκε στον Γουλιέλμο Α΄ και διατήρησε χωριστή διακυβέρνηση από τις Κάτω Χώρες. Ύστερα από τη διάλυση της Γερμανικής Συνομοσπονδίας (το 1866), αποσπάστηκε από τη Γερμανία και με τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1867 αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία του, ενώ ο θρόνος δόθηκε στον οίκο Νασάου. Οι δεσμοί του δουκάτου με τις Κάτω Χώρες τερματίστηκαν το 1890 με το θάνατο του Γουλιέλμου Γ΄ των Κάτω Χωρών και πρώτος εθνικός ηγεμόνας ανακηρύχθηκε ο Αδόλφος, δούκας του Νασάου-Βάιλμπουργκ.


Ο 20ός αιώνας
Τον Αδόλφο διαδέχτηκε το 1905 ο γιός του Γουλιέλμος και αυτόν η κόρη του, μεγάλη δούκισσα Μαρία Αδελαΐδα (το 1912). Η τελευταία, επειδή συνέβαλε στην απρόκλητη επίθεση της Γερμανίας εναντίον του δουκάτου, εξαναγκάστηκε μετά την απελευθέρωση να παραιτηθεί (στις 15 Ιανουαρίου 1919) υπέρ της αδελφής της Καρλότας. Στη διάρκεια της εξουσίας της το Λουξεμβούργο βρέθηκε για δεύτερη φορά υπό γερμανική κατοχή (από το 1940-1944). Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου το Λουξεμβούργο έπαψε να διατηρεί θέση ουδετερότητας, πρώτα με την υπογραφή της Συνθήκης των Βρυξελλών το 1948 και ένα χρόνο αργότερα με την ένταξή του στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ). Το 1948 εξάλλου ενώθηκε τελωνειακά και δέκα χρόνια αργότερα και οικονομικά με το Βέλγιο και την Ολλανδία στα πλαίσια της Οικονομικής Ένωσης (Μπενελούξ), ενώ το 1957 εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Το 1964 ο γιος και διάδοχος της δούκισσας Καρλότας ανέλαβε αρχηγός του κράτους στη θέση της μητέρας του, που παραιτήθηκε. Το 1956 αναθεωρήθηκε το Σύνταγμα της χώρας και επιτράπηκε στο Κοινοβούλιο να μεταβιβάζει προσωρινά νομοθετικές, δικαστικές και εκτελεστικές εξουσίες σε διεθνή όργανα. Από το 1959 μέχρι και το 1974 τη διακυβέρνηση της χώρας είχε το Χριστιανοσοσιαλιστικό Κόμμα, με ηγέτη τον Πιερ Βέρνερ. Στις εκλογές του 1974 ο ηγέτης των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων, Γκαστόν Τορν, σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Σοσιαλιστές, το 1979 όμως οι Χριστιανοσοσιαλιστές επανήλθαν στην εξουσία και η χώρα κυβερνήθηκε από τον κεντροδεξιό συνασπισμό Χριστιανοσοσιαλιστών- Φιλελευθέρων, με πρωθυπουργό τον Βέρνερ, και, από το 1984, τον Ζακ Σαντέρ. Ο τελευταίος υπήρξε ηγέτης του Χριστιανικού Σοσιαλιστικού Κόμμτος και πρωθυπουργός της νέας κυβέρνησης Χριστιανοσοσιαλιστών-Σοσιαλιστών. Το 1994, μετά μία δεκαετή επιτυχή παραμονή του στο αξίωμα του πρωθυπουργού, επιλέχτηκε να αντικαταστήσει τον Ζακ Ντελόρ στο αξίωμα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Λουξεμβούργο διαδραματίζει ηγετικό ρόλο μέσα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 1985 ήταν μεταξύ των 5 χωρών που συμφώνησαν την ελεύθερη μετακίνηση των πολιτών στους κόλπους της Ε.Ε. και το 1992 υπήρξε η δεύτερη χώρα, μετά την Ιρλανδία, που επικύρωσε τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Μετά την εκλογή του Ζακ Σαντέρ στο ύπατο αξίωμα της Ε.Ε., τη θέση του πρωθυπουργού της χώρας ανέλαβε ο Ζαν-Κλοντ Ζακέρ, στις 19 Ιανουαρίου 1995.
Η σημερινή πολιτική κατάσταση
Από τις 7 Οκτωβρίου του 2000 πρόεδρος της χώρας είναι ο Ντουκ Χένρι, με πρωθυπουργό τον Ζαν-Κλοντ Ζάκερ από τον Ιανουάριο του 1995.

Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι ηλικίας 18 ετών και άνω. H ψηφοφορία είναι υποχρεωτική.

 

Στις 17 Μαρτίου του 2009 νομιμοποιήθηκε η ευθανασία και το κρατίδιο έγινε το τρίτο μέλος της ΕΕ που κατέστησε νόμιμη την πρακτική αυτή.

Μορφολογία εδάφους
Το έδαφος της χώρας αποτελεί τμήμα της μεγάλης πεδιάδας της Βόρειας Ευρώπης και κατά το μεγαλύτερο μέρος του είναι πεδινό. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο φυσιογραφικές περιοχές: την Έσλινγκ στα βόρεια και την Γκούτλαντ στα νότια. Η Έσλινγκ περιλαμβάνει ένα μέρος των νότιων απολήξεων των Αρδενών και αποτελείται από ένα επίπεδο οροπέδιο, του οποίου το υψόμετρο κυμαίνεται από 400 έως 490 μ. Στο βορειότερο άκρο της χώρας, κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο, βρίσκεται το ψηλότερο σημείο της χώρας, το Μπούργκπλαατζ, το οποίο φτάνει τα 559 μ. Γενικά πρόκειται για μια τραχιά, βραχώδη περιοχή, η οποία χαρακτηρίζεται από λίγα δάση. Σε αντίθεση με το βορρά, στο νότο της χώρας απλώνεται η Γκούτλαντ (=Καλή Γη), μία πεδινή - στο μεγαλύτερο μέρος της- περιοχή, με μέσο υψόμετρο 270 μ. Αποτελείται από προσχωσιγενή και εύφορα εδάφη, τα οποία σχηματίζουν ομαλούς λόφους και πλατιές κοιλάδες, που διαρρέονται από τους ποταμούς Μοζέλα και Συρ.

Λόγω της απόστασης της χώρας από τη θάλασσα το κλίμα είναι ηπειρωτικό αλλά γενικά ήπιο. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 10°C, στα βόρεια όμως οι θερμοκρασίες είναι κατά 2 με 3 βαθμούς χαμηλότερες από ό,τι στις νότιες περιοχές. Στην πρωτεύουσα Λουξεμβούργο οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες Ιανουαρίου και Ιουλίου είναι 3°C και 13°C αντίστοιχα. Το μέσο ύψος βροχής φτάνει τα 815 χιλιοστά. Περισσότερες βροχοπτώσεις δέχεται το νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας.

Ο πληθυσμός της χώρας εμφανίζει δημογραφικά χαρακτηριστικά των αναπτυγμένων χωρών, δηλαδή μικρά ποσοστά γεννήσεων και θανάτων και πληθυσμιακή στασιμότητα, η οποία από το 1990 και έπειτα υπήρξε ιδιαίτερα εμφανής. Μόλις τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός αρχίζει και πάλι να αυξάνει με αργούς βέβαια ρυθμούς. Σε επίπεδο αριθμών το 2002 τα ποσοστά γεννητικότητας και θνησιμότητας ήταν 1,2% και 0,88% αντίστοιχα. Με βάση αυτά τα ποσοστά η ετήσια φυσική αύξηση του πληθυσμού κυμαίνεται στο 1,25% (2002). Ο πληθυσμός της χώρας, σύμφωνα με εκτιμήσεις, από 448.569 κατοίκους που ήταν το 2002 αναμένεται να φτάσει τους 495.000 κατ. το 2010 και τους 523.000 κατοίκους το 2020. Το υψηλό βιοτικό επίπεδο των κατοίκων σε συνδυασμό με τις πολύ καλές ιατρικές υπηρεσίες αντανακλώνται στο χαμηλό ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας, το οποίο το 2002 έφτανε μόλις στο 0,47%, καθώς και στον υψηλό μέσο όρο ζωής του πληθυσμού, που την ίδια χρονιά έφτανε τα 77,48 χρόνια (74,2 χρόνια οι άνδρες, 80,97 χρόνια οι γυναίκες). Το 2002 η ηλικιακή σύνθεση του πληθυσμού εμφάνιζε την ακόλουθη εικόνα: το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων (67%) αποτελούνταν από άτομα ηλικίας 15 έως 64 ετών, το 18,9% από παιδιά ηλικίας έως 14 ετών, ενώ οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών έφταναν το 14,1%. Όσον αφορά την κατανομή του πληθυσμού, το 88% κατοικεί στα αστικά κέντρα, ενώ μόλις το 12% αποτελεί τον αγροτικό πληθυσμό. Περισσότερο από το 1/5 των κατοίκων της χώρας ζει στην πόλη του Λουξεμβούργου. Τέλος, η χώρα εμφανίζει αυξημένα ποσοστά εγκληματικότητας. Συγκεκριμένα, το 1990 αναλογούσαν 6.628,2 εγκληματικές πράξεις και 2,1 φόνοι ανά 100.000 κατοίκους.

Το Λουξεμβούργο έχει αποδοτικές οδικές, σιδηροδρομικές και αεροπορικές εγκαταστάσεις μεταφορών και υπηρεσιών. Το οδικό δίκτυο έχει εκσυγχρονιστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια με 147 χιλιόμετρα αυτοκινητοδρόμων που συνδέουν την πρωτεύουσα με γειτονικές χώρες. Τραίνο της υψηλής ταχύτητας TGV προς Παρίσι έχει οδηγήσει σε ανακαίνιση του σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης, ενώ ένας νέος τερματικός σταθμός επιβατών στο αεροδρόμιο του Λουξεμβούργου έχει ανοίξει πριν από μερικά χρόνια. Υπάρχουν σχέδια για την εισαγωγή τραμ στην πρωτεύουσα.