fb

Πληροφορίες για: Αίγυπτος

Περιγραφή

Η Αίγυπτος είναι κράτος της βορειανατολικής Αφρικής, το οποίο εκτείνεται και σε μικρό τμήμα της Δυτικής Ασίας, στη Χερσόνησο του Σινά και η πίσημη ονομασία της είναι "Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου".

Υπήρξε η γενέτειρα ενός από τους λαμπρότερους πολιτισμούς των αρχαίων χρόνων, φαραωνικού ή αιγυπτιακού πολιτισμού, στην περίοδο της ακμής του οποίου εξελίχθηκε σε αδιαφιλονίκητη κοσμοκράτειρα δύναμη και αξιοζήλευτο κέντρο γραμμάτων και τεχνών. Στους αιώνες που ακολούθησαν από τα εδάφη της παρέλασαν διαδοχικά κατακτητές, στρατοί και πολιτισμοί που άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στη διαμόρφωση της νεότερης κουλτούρας της.

Ο 20ός αιώνας

 

Η βρετανική κατοχή

Οι Άγγλοι ενδιαφέρονταν να επεκτείνουν την κυριαρχία τους ώστε να έχουν τον έλεγχο της Διώρυγας του Σουέζ, δρόμος ιδιαίτερα πολύτιμος για τα βρετανικά πλοία, παράλληλα να ελέγξουν την αγορά για την απορρόφηση των βρετανικών προϊόντων και η κατοχή παρατάθηκε μέχρι το 1954.

Ο Τεουφίκ παρέμεινε βασιλιάς, περιορίστηκε όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, σε διακοσμητικό ρόλο, καθώς την πραγματική εξουσία ασκούσε ο Βρετανός κυβερνήτης. Ο πιο διάσημος κυβερνήτης της περιόδου αυτής ήταν ο ανθέλληνας λόρδος Κρόμερ. Μια εθνικιστική κίνηση που ξεκίνησε από τον Μουσταφά Καμίλ καταπνίγηκε γρήγορα από τους κατακτητές και το 1904 οι Γάλλοι αναγνώρισαν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Αγγλίας στην Αίγυπτο, σε αντάλλαγμα της αγγλικής αναγνώρισης της κατοχής του Μαρόκου από τους Γάλλους.

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου οι Βρετανοί δίνουν οριστικό τέλος στις εθνικιστικές ταραχές και για να κατοχυρώσουν την κυριαρχία τους έναντι των ενωμένων Γερμανών και Τούρκων προχωρούν στην επίσημη ανακήρυξη της χώρας ως προτεκτοράτου της και διορίζουν σουλτάνο τον Μουσταφά Καμίλ, παραβιάζοντας τη νόμιμη σειρά διαδοχής του Αμπάς Β΄, ενώ υποσχέθηκαν την παραχώρηση δικαιωμάτων στους πληθυσμούς, τα οποία όμως θα πραγματοποιούνταν μετά τη λήξη του πολέμου. Φυσικά μόλις ο πόλεμος τελείωσε τίποτα απ` όσα υποσχέθηκαν οι Άγγλοι δεν πραγματοποιήθηκε.

Το εθνικιστικό κίνημα γιγαντώθηκε, έκανε ξανά την εμφάνισή του με το όνομα "Wafd" και ο ηγέτης του Σαάντ Ζαγκχλούλ συνελήφθη αλλά κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή αφέθηκε ελεύθερος, χωρίς όμως ο κατακτητής να αναγνωρίσει το κίνημα που αντιπροσώπευε, ενώ δεν έγινε δεκτός στη Διεθνή Διάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού που θα καθόριζε το νέο παγκόσμιο χάρτη.

Οι Βρετανοί, για να κοπάσουν το έντονο κύμα βίας και να περισώσουν όση εξουσία τους είχε απομείνει, προχώρησαν το 1922 στην ανακήρυξη της χώρας σε ανεξάρτητο βασίλειο με ηγέτη-αχυράνθρωπο τον Χουσεΐν Καμίλ, ο οποίος μετονομάστηκε βασιλιάς Φουάντ Α΄. Το μοντέλο διακυβέρνησης αποτελούνταν πλέον από τον εικονικό βασιλιά, ο οποίος κυβερνούσε έχοντας ως σύμβουλό του τον Άγγλο πρεσβευτή.

Με αυτή τη μορφή διακυβέρνησης η Αίγυπτος οδηγήθηκε στις αρχές του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου, υπήρξε θέατρο σοβαρών πολιτικών και στρατιωτικών εξελίξεων. Η πιο σημαντική από αυτές υπήρξε η μάχη του Ελ Αλαμέιν, με την οποία οι Σύμμαχοι έκλεισαν στις στρατιές του Ρόμελ το δρόμο προς τα πολύτιμα πετρέλαια της Μοσούλης. Επίσης στην Αίγυπτο κατέφυγε το 1941 η νόμιμη Ελληνική Κυβέρνηση, όταν οι Γερμανοί κατακτητές έμπαιναν στην Αθήνα. Από την Αίγυπτο οι ελληνικές κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να παρακολουθούν τις εξελίξεις στη χώρα μέχρι την οριστική τους επάνοδο στην Ελλάδα, το 1945.

Με τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου αρχίζει η διαμάχη της Αιγύπτου με το Ισραήλ, η οποία αρκετές φορές θα οδηγήσει και σε πόλεμο. Το 1948 η Αίγυπτος, μαζί με άλλα αραβικά κράτη, κηρύσσει τον πόλεμο στο Ισραήλ προσπαθώντας να ανακόψει την πορεία του νεοσύστατου κράτους που αναπτύσσεται απειλητικά, όμως η ελλειψη κοινής τακτικής και ικανών στρατιωτικών φέρνει την ήττα, η οποία αποτελεί αφορμή ραγδαίων εξελίξεων. Κατηγορώντας το βασιλιά Φαρούκ για ανικανότητα οι στρατιωτικοί κύκλοι της χώρας επιχειρούν πραξικόπημα, εκθρονίζουν το μονάρχη και δίνουν τέλος στην παρασκηνιακή κυριαρχία των Άγγλων και και φέρνει στο προσκήνιο τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ.

 

Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ

Ο Νάσερ υπήρξε χαρισματικός ηγέτης, πανέξυπνος, μεθοδικός και αμείλικτος, όπου χρειαζόταν, και διαμόρφωσε την πολιτική κατάσταση στην Αίγυπτο σύμφωνα με τους δικούς του όρους. Η πολιτική του ήταν ένα μείγμα από φιλελεύθερους προσανατολισμούς και σοσιαλιστικές κατευθύνσεις, την οποία ονόμαζε "Αραβικό Σοσιαλισμό".

Αντιμετώπισε την άρνηση της Δύσης να εξοπλίσει την Αίγυπτο με τη στροφή προς την κομουνιστική Σοβιετική Ένωση, η οποία φάνηκε πρόθυμη να βοηθήσει τη χώρα. Η στροφή οδήγησε τη Διεθνή Τράπεζα στο να απορρίψει το πρόγραμμα διεθνούς χρηματοδότησης του Φράγματος του Ασσουάν και ο Νάσερ ως απάντηση, κρατικοποίησε τη Διώρυγα του Σουέζ και συγκέντρωσε τους απαιτούμενους πόρους για την κατασκευή του έργου. Στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής κρατικοποίησε τις μεγάλες βιομηχανίες και τα νοσοκομεία.

Η εξωτερική του πολιτική βασίστηκε στο παναραβικό όραμα της ένωσης των αραβικών κρατών της Μέσης Ανατολής και πιστή εφαρμογή του οράματός του αποτέλεσε η συνένωση Αιγύπτου και Συρίας, το 1958, σε ένα κράτος με την ονομασία "Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία", καθώς και ο πόλεμος στην Υεμένη, το 1962. Η συνένωση αυτή κράτησε βέβαια μόνο 3 χρόνια, γιατί η Συρία διεκδίκησε εκ νέου την ανεξαρτησία της, όμως παρά τη διάλυση της Η.Α.Δ., η Αίγυπτος διατήρησε την ονομασία αυτή για αρκετά χρόνια ακόμη.

Το γεγονός όμως που στιγμάτισε την πολιτική παρουσία του είναι ο "Πόλεμος των 6 ημερών" με το Ισραήλ, το 1967. Τότε το Ισραήλ, κατηγορώντας τον ότι ετοιμάζεται για πόλεμο, με αιφνιδιασμό συνέλαβε στον ύπνο τις δυνάμεις της Αιγύπτου, κατέστρεψε κάθε στρατιωτική και αεροπορική βάση και σταθεροποιήθηκε σε εδάφη της Χερσονήσου Σινά. Ο πόλεμος έληξε με την παρέμβαση των Ηνωμένων Εθνών, που ανέλαβαν την τήρηση της τάξης στην περιοχή. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε το τελευταίο σημαντικό κεφάλαιο της πολιτικής καριέρας του Νάσερ, ο οποίος πέθανε αιφνιδίως το 1971.

 

Ανουάρ αλ-Σαντάτ

Διαδέχτηκε το Νάσερ, ήταν πολιτικός φίλος και συνεργάτης, αλλά και επί χρόνια αντιπρόεδρος, αφού εξόντωσε όλους τους διεκδικητές της προεδρίας με τη βοήθεια του στρατού, και ακολούθησε ένα σχέδιο εξοπλισμού για να επιτεθεί στο Ισραήλ.

Με τη βοήθεια της τότε, Σοβιετικής Ένωσης επιτέθηκε εναντίον του αιφνιδιαστικά, στις 6 Οκτωβρίου 1973, την ιερή μέρα του Yom Kippur, στη διάρκεια του μήνα του ισλαμικού ραμαζανιού και σε ελάχιστο χρόνο οι δυνάμεις του πέρασαν το Σουέζ και κατέλαβαν το Σινά, που βρισκόταν υπό ισραηλινή κατοχή, ενώ οι Ισραηλινοί, απροετοίμαστοι αναδιπλώθηκαν και οχυρώθηκαν στην αμυντική γραμμή του Μπαρ-Λεβ. Στη συνέχεια ζήτησε από τα Ηνωμένα Έθνη να μεσολαβήσουν για την υπογραφή ειρήνης, που θα επανέφερε την ηρεμία στην περιοχή. Μετά από επίσκεψη του στο Ισραήλ, το 1977, και τις συνομιλίες που είχε με τον πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπέγκιν, στο Καμπ Ντέιβιντ των Η.Π.Α. ενώπιον του Αμερικανού προέδρου Τζίμι Κάρτερ, τον Σεπτέμβριο του 1978, η υπογραφή ειρήνης άρχισε να φαίνεται εφικτή.

Η συμφωνία ειρήνης υπογράφτηκε στις 26 Μαρτίου 1979 στην Ουάσιγκτον, χαρίζοντας στους Σαντάτ και Μπέγκιν το βραβείο Νόμπελ για την ειρήνη, όμως ο Σαντάτ δολοφονήθηκε από αξιωματικούς του στρατού, κατά τη διάρκεια στρατιωτικής παρέλασης στο Κάιρο, στις 6 Οκτωβρίου 1981.

 

Χόσνι Μουμπάρακ

Τη θέση του Σαντάτ κατέλαβε ο αντιπρόεδρος Χόσνι Μουμπάρακ, ο οποίος ενδιαφέρθηκε να βελτιώσει τις σχέσεις της Αιγύπτου με τα υπόλοιπα αραβικά κράτη. Χαρακτηριστικό στοιχείο της πολιτικής του είναι ότι μετά τη συμμετοχή της χώρας στην πολυεθνική δύναμη που έλαβε μέρος στον πόλεμο του Κόλπου το 199), του χαρίστηκαν 20,2 δισ. δολ. από οφειλόμενα εξωτερικά δάνεια.

Από την ημέρα ανάληψης της εξουσίας, εκλέχτηκε δύο φορές πρόεδρος με δημοκρατικές εκλογές, ενώ το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα που τον στηρίζει καταλαμβάνει απόλυτη πλειοψηφία στη Λαϊκή Εθνοσυνέλευση.

Το πολίτευμα όπως ορίστηκε από τη διακήρυξη του συντάγματος της 11ης Σεπτεμβρίου 1971, είναι η προεδρική δημοκρατία και υπαγορεύει ότι ο λαός αποτελεί το κυρίαρχο σώμα, το οποίο εκφράζει τη βούλησή του συμμετέχοντας σε εκλογές και δημοψηφίσματα. Η συμμετοχή στην ψηφοφορία είναι υποχρεωτική για όλους τους πολίτες άνω των 18 χρόνων.

Σύμφωνα με την ίδια διακήρυξη, ανώτατος άρχοντας της χώρας είναι ο πρόεδρος της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου. Τα ιδρυτικά άρθρα του συντάγματος διακήρυτταν την εγκαθίδρυση μιας λαϊκής αιγυπτιακής δημοκρατίας, με επίσημη θρησκεία της το ισλάμ και με θεμελιώδη χαρακτηριστικά την εθνική ενότητα, την ισονομία και τη διαφανή διαχείριση των πόρων της χώρας.

Για τη διαφύλαξη και την τήρηση των θεμελιωδών αυτών όρων υπεύθυνος ορίστηκε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος έχει εξαετή θητεία, προτείνεται από το σώμα της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης και εκλέγεται κατευθείαν από το λαό με εκλογές, εκπονεί τη γενική πολιτική της χώρας και φροντίζει για την εκτέλεσή της. Οι αρμοδιότητες του είναι ιδιαίτερα διευρυμένες, μπορεί να διαλύσει τη Λαϊκή Εθνοσυνέλευση και να προκηρύξει εκλογές, διορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, εκδίδει έκτακτες διαταγές σε περιόδους κρίσεων, μπορεί να κηρύξει πόλεμο μετά από έγκριση της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης. Επίσης κυρώνει συνθήκες, μειώνει ή καταργεί δικαστικές ποινές, προκηρύσσει δημοψηφίσματα και είναι ο ανώτατος αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και ο προεδρεύων του Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας.

Η προοπτική προεδρικής ασυδοσίας ελέγχεται, καθώς πολλές από τις αποφάσεις του προέδρου πρέπει να εγκριθούν, σύμφωνα με το σύνταγμα, από λαϊκό δημοψήφισμα μέσα σε 60 ημέρες από την ανακοίνωσή τους.

Η νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Λαϊκή Εθνοσυνέλευση, που αποτελείται από 448 μέλη, τα οποία εκλέγονται με εθνικές εκλογές, οι οποίες διεξάγονται κάθε 5 χρόνια.

Τα μισά από τα μέλη προέρχονται από τις τάξεις των αγροτών και των εργατών, ενώ παραδοσιακά ο πρόεδρος ορίζει πάντα και 10 μέλη από την κοπτική κοινότητα της χώρας. Οι αρμοδιότητες της είναι να εγκρίνει τον ετήσιο εθνικό προϋπολογισμό, να διεξάγει ανακρίσεις για μείζονα θέματα, να επιβάλλει τους φόρους και να επικυρώνει τις κυβερνητικές αποφάσεις ή να δηλώνει την αντίθεσή της αποσύροντας την ψήφο εμπιστοσύνης της από το σύνολο της κυβέρνησης ή από μεμονωμένα μέλη της.

Στα πλαίσια της νομοθετικής εξουσίας λειτουργεί και το Συμβουλευτικό Σώμα, το οποίο όμως έχει καθαρά συμβουλευτικό χαρακτήρα και γνωμοδοτεί για την εγκυρότητα και τη συνταγματικότητα ή όχι των νόμων. Το Συμβουλευτικό Σώμα αποτελείται κατά τα 2/3 από αιρετά μέλη και κατά το 1/3 από μέλη διορισμένα από τον πρόεδρο.

Ο κοινοβουλευτικός χάρτης δείχνει μονοκομματικός, άλλωστε την περίοδο 1961-1977 στη χώρα υπήρχε μόνο ένα επίσημο και αναγνωρισμένο κόμμα, η Αραβική Σοσιαλιστική Ένωση του Νάσερ. Στις δεκαετίες 1980 και 1990 το κόμμα το οποίο κυβερνά σχεδόν χωρίς διακοπή είναι το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα του Χόσνι Μουμπάρακ καταλαμβάνοντας εντυπωσιακό αριθμό εδρών στη Λαϊκή Εθνοσυνέλευση. Το κόμμα αυτό αποτελεί την εξέλιξη του βασικού κορμού της Α.Σ.Ε., δεν φημίζεται για το δημοκρατισμό του, την πολιτική ανεξαρτησία των μελών του και την ορθή λειτουργία των βασικών του δομών και χαρακτηρίζεται από την υποταγή στην πολιτική βούληση του προέδρου και λειτουργεί ως απλός επικυρωτής των προεδρικών αποφάσεων.

Κόμμα με παρουσία στη Λαϊκή Εθνοσυνέλευση είναι και η Εθνική Προοδευτική Ένωση, αριστερού προσανατολισμού, που συγκεντρώνει μικρό ποσοστό. Άλλες πολιτικές δυνάμεις όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα, θρησκευτικό ισλαμικό κόμμα, και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, σχηματισμός αριστερών αποκλίσεων, κατέχουν ένα σεβαστό αριθμό οπαδών, αλλά καλούν συχνά τους ψηφοφόρους τους σε αποχή από τις εκλογές σε ένδειξη διαμαρτυρίας προς την δικτατορική, πολιτική του Μουμπάρακ.

Οι κατηγορίες για φιλοδικτατορική πολιτική και "δημοκρατία των τύπων" απευθύνονται διαρκώς προς τον πρόεδρο Μουμπάρακ, ο οποίος παρά την κατοχύρωση συνταγματικών θεσμών και δημοκρατικών ελευθεριών, τους παραβιάζει και έχει επιτύχει τη συγκέντρωση υπερεξουσιών που του παρέχει την απόλυτη ελευθερία να κυβερνά. Ο Μουμπάρακ εμφανίζεται άλλοτε ως επίγονος της εθνικιστικής σοσιαλιστικής πολιτικής του Νάσερ και άλλοτε ως γνήσιος εραστής της φιλελεύθερης δυτικής πολιτικής, περιβάλλοντας το όλο πολιτικό του πρόγραμμα κάτω από το μανδύα του περιβόητου "τρίτου δρόμου" ανάπτυξης.

Η εφαρμογή αυτού του "τρίτου δρόμου" διακρίνεται σήμερα περισσότερο από στροφή προς τη Δύση, γεγονός για το οποίο τον κατηγορούν οι φανατικοί ισλαμιστές της χώρας, και λιγότερο από την προσφορά κοινωνικών παροχών και δικαιωμάτων προς το λαό.

Η χώρα είναι μέλος διεθνών οργανισμών με παγκόσμια αλλά και παναραβική εμβέλεια, οι οποίοι αφορούν την άμυνα, την ασφάλεια, το εμπόριο, την παιδεία, τις τηλεπικοινωνίες, τις τέχνες και τις επιστήμες. Κυριότεροι είναι τα Ηνωμένα Έθνη (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Διεθνής Τράπεζα, GATT), η ΟΥΝΕΣΚΟ, ο ΟΠΕΚ, η ΙΝΤΕΡΠΟΛ, ο Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας κ.ά.

Χωρίζεται σε δυο τμήματα,

  • στην Άνω Αίγυπτο στο νότο και
  • την Κάτω Αίγυπτο στο βορρά, στο δέλτα του Νείλου.

Από την συνολική έκταση της μόνο τα 40.000 τετ. χλμ. είναι καλλιεργήσιμη και κατοικήσιμη γη, καθώς ο υπόλοιπη είναι έρημος με μεγάλες οάσεις, όπως η Φαγιούμ και η Σίβα.

Δύο είναι οι κυριότεροι παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη μορφολογία του εδάφους,

  • ο πρώτος ότι το κέντρο της από βορρά προς νότο διατρέχει ο μεγαλύτερος ποταμός της Γης, ο Νείλος και
  • ο δεύτερος, η ύπαρξη τεράστιων επίπεδων εκτάσεων γης, οι οποίες ξεκινούν από την κοιλάδα του Νείλου και εκτείνονται προς τα δυτικά και τα ανατολικά.

Συγκεκριμένα, το κέντρο της είναι μία λεκάνη επίπεδης γης, η οποία ξεκινά από την κοίτη του ποταμού και, όσο προχωρά προς τα ανατολικά και τα νοτιοδυτικά, παίρνει ύψος και καταλήγει σε βουνά και οροσειρές.

Η οροσειρά στα δυτικά, η οροσειρά της Νεκράς θάλασσας, διατάσσεται κατά μήκος των ακτών της Ερυθράς θάλασσας, ξεκινά νότια της Διώρυγας του Σουέζ και καταλήγει στα σύνορα με το Σουδάν. Το υψηλότερο σημείο της οροσειράς είναι το Σαχίμπελ-Μπανάτ, με υψόμετρο 2.187 μ., ενώ άλλες υψηλές κορυφές είναι η Γιαρίμπ στα βόρεια (1.751 μ.) και η Χαμάτα στο νότο (1.977 μ.).

Η ψηλότερη κορυφή της χώρας βρίσκεται στη Χερσόνησο του Σινά, η κορυφή Κατερίνα ή όρος της Αικατερίνης με υψόμετρο 2.637 μέτρα, ενώ σε όλη την υπόλοιπη το υψόμετρο των βουνών δεν ξεπερνά τα 400 μ., ενώ σε ελάχιστα μόνο σημεία φτάνει τα 600 μ.

Σημαντικό ποσοστό του εδάφους της καταλαμβάνει και η αμμώδης έρημος, ανατολικά του Νείλου γνωστή ως "Αραβική έρημος", η οποία εκτείνεται προς την Ερυθρά θάλασσα και χαρακτηρίζεται από αχανείς βραχώδεις εκτάσεις, που όταν συναντούν τις παράκτιες οροσειρές, σχηματίζουν ένα πλήθος από μικρά και μεγάλα οροπέδια.

Η δυτική πλευρά, γνωστή ως "Λιβυκή έρημος", περιλαμβάνει ένα μόνο μεγάλο οροπέδιο, το οροπέδιο Γκιλφέρελ-Κεμπίρ, το οποίο κορυφώνεται στα κοινά σύνορα της Αιγύπτου με τη Λιβύη και το Σουδάν, όπου συναντάμε βυθίσματα, χαμηλές δηλαδή εκτάσεις το έδαφος των οποίων βρίσκεται πολλά μέτρα κάτω από το επίπεδο της θάλασσας. Το μεγαλύτερο βύθισμα είναι της Κατάρα, βάθους -133 μέτρων, που είναι και το χαμηλότερο σημείο της Αφρικανικής ηπείρου. Στα βυθίσματα αυτά σχηματίζονται και οι οάσεις της ερήμου, περιοχές δηλαδή με νερό και βλάστηση στο κέντρο της ερήμου. Το νερό στις οάσεις είναι βρόχινο, το οποίο γεμίζει τα βυθίσματα της ερήμου δημιουργώντας συνθήκες κατάλληλες για βλάστηση, με κυριότερες οάσεις να είναι οι Σίβα, Χαριγιάν, Μπουχαρίγια, Φαράφρα και Ντάκλα.

Μια εντυπωσιακή ιδιομορφία της ερήμου είναι και οι θίνες, λόφοι από άμμο δηλαδή οι οποίοι αλλάζουν μορφή και θέση εξαιτίας του ανέμου και στα βόρεια φτάνουν μέχρι τις μεσογειακές ακτές, οι οποίες είναι κατά κύριο λόγο επίπεδες και ομαλές. Αντίθετα οι ακτές της Ερυθράς θάλασσας είναι απόκρημνες και δύσβατες, καθώς βουνά και οροσειρές καταλήγουν απότομα μέσα στη θάλασσα.

Η σφηνοειδής Χερσόνησος του Σινά περιλαμβάνει το όρος Κατερίνα, τα οροπέδια Ελ Τιχ και Ελ Άτζμα και την έρημο του Σινά και το νότιο τμήμα της καταλήγει σε δύσβατα και πτυχωτά βουνά, τα οποία βυθίζονται στην Ερυθρά θάλασσα.

Το κλίμα είναι κατά κύριο λόγο ξερό αλλά ποικίλλει ανάλογα και με την περιοχή, ενώ χαρακτηρίζεται από μία θερμή περίοδο, Μάιος-Σεπτέμβριος, και μία δροσερή, Νοέμβριος-Μάρτιος. Χαμηλές θερμοκρασίες παρατηρούνται κατά τη διάρκεια και των δύο περιόδων και οφείλονται στους ισχυρούς βόρειους ανέμους.

Στις παράκτιες περιοχές οι θερμοκρασίες κυμαίνονται κατά μέσο όρο από 37,2° C η υψηλότερη έως 13,9° C η χαμηλότερη. Εντυπωσιακές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου παρουσιάζει η θερμοκρασία στην έρημο, όπου από τους 45,6° C μέγιστη τιμή κατά τη διάρκεια της ημέρας, πέφτει απότομα στους 13,9° C ελάχιστη τιμή, μετά τη δύση του ηλίου. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα οι ελάχιστες θερμοκρασίες στην έρημο μπορεί να αγγίξουν και τους 0° C.

Στις ακτές της Μεσογείου είναι αισθητά πιο υγρό από την ενδοχώρα, καθώς η θάλασσα παρέχει τη δυνατότητα συχνότερων βροχοπτώσεων, με μέση ετήσια τιμή τα 200 mm, την ίδια ώρα στο Κάιρο η μέση ετήσια είναι 25 mm, ενώ σε μερικές περιοχές της ερήμου μπορεί να βρέξει μία φορά κάθε μερικά χρόνια.

Οι κλιματολογικές συνθήκες στην Κοιλάδα του Νείλου επηρεάζονται σαφώς από τα έλη και τα λιμνάζοντα νερά και η ατμόσφαιρα είναι πλούσια σε υδρατμούς και αποπνικτική, κάτι που καθιστά το κλίμα ιδιαίτερα ανθυγιεινό και επιβλαβές. Η ατμοσφαιρική πίεση, ελαττώνεται εξίσου όσο προχωράμε από το βορρά προς το νότο, καθώς η αύξηση της θερμοκρασίας θερμαίνει και αραιώνει τις αέριες μάζες, οι οποίες με τη σειρά τους κινούνται προς τα πάνω.

 

Ο συντελεστής του ρυθμού ανάπτυξης του αιγυπτιακού πληθυσμού, κατά το έτος 2002, άγγιξε το 1,66% και η πυκνότητα του πληθυσμού είναι 70,6 κάτοικοι ανά τ. χλμ. (εκτίμηση 2002), ποσοστό που συνιστά πολύ αραιή κατανομή των κατοίκων. Το 57% του πληθυσμού ζει στις αγροτικές περιοχές και το 43% ζει στις πόλεις.

Η εικόνα της κατανομής του πληθυσμού παρουσιάζει έναν ενδιαφέροντα διπολισμό που συνδέεται άμεσα με τους δύο πιο αναπτυγμένους τομείς παραγωγής, τον πρωτογενή και τον τριτογενή. Αναλυτικά, το μισό ποσοστό του πληθυσμού, που ασχολείται με τη γεωργία, κατοικεί μόνιμα στην περιφέρεια, ενώ το άλλο μισό, που απασχολείται με τον τριτογενή τομέα, είναι συγκεντρωμένο στις πόλεις.

Ο μέσος όρος ζωής, αν και έχει ανεβεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, κυμαίνεται στα 64 χρόνια ζωής (εκτίμηση 2002) και για τις μεν γυναίκες αγγίζει τα 66 χρόνια, ενώ για τους άνδρες είναι τα 62 χρόνια (εκτ. 2002).

Ο δείκτης της γεννητικότητας αγγίζει το 2,4%, ενώ το ετήσιο ποσοστό θανάτων είναι αισθητά πιο χαμηλό και κυμαίνεται στο 0,8% περίπου. Το 2002 η βρεφική θνησιμότητα αντιστοιχούσε σε 58,6 θανάτους στις 1000 γεννήσεις, ποσοστό ιδιαίτερα αυξημένο.

Το ποσοστό του πληθυσμού κατά ηλικία παρουσιάζει την κατανομή

  • κατηγορία 0-14 χρόνων ανήκει το 33,96% του πληθυσμού,
  • κατηγορία 15-64 χρονών ανήκει το 62,18% του πληθυσμού.

Με βάση το ρυθμό ανάπτυξης του αιγυπτιακού πληθυσμού και την εμφανή ανισορροπία μεταξύ γεννήσεων και θανάτων, οι στατιστικές υπολογίζουν ότι το 2010 ο πληθυσμός θα φτάσει τα 80.689.000 κατ., ενώ το 2020 τα 90.350.000 κατ. Μέσα στα επόμενα 25 χρόνια αναμένεται αύξηση κατά το 1/3 επιπλέον του σημερινού, ποσοστό μεγάλο και δυσοίωνο για τα οικονομικά της.

 

Σιδηρόδρομος

Η πιο αναπτυγμένη μορφή συγκοινωνίας είναι ο σιδηρόδρομος, στον οποίο είχε δοθεί το κύριο βάρος από τις αρχές του αιώνα, όταν εκπονήθηκαν τα πρώτα σχέδια από Γάλλους κατασκευαστές και το σιδηροδρομικό δίκτυο κατείχε το 2000, γραμμές μήκους 4.955 χλμ., ενώ είναι κρατικό μονοπώλιο. Ο βασικός σιδηροδρομικός άξονας συνδέει το Ασσουάν με την Αλεξάνδρεια και τις μεσογειακές ακτές της χώρας, αφού διασχίσει την Κοιλάδα του Νείλου, σε πορεία παράλληλη προς την κοίτη του ποταμού.

 

Πλωτά μέσα

Αρκετά διαδομένες είναι οι πλωτές συγκοινωνίες καθώς ο Νείλος είναι πλωτός σε ολόκληρο το μήκος του, με 1.610 πλεύσιμα χλμ. στην Αίγυπτο, γεγονός που διευκολύνει σημαντικά τις μετακινήσεις. Λειτουργεί επίσης ποταμοπλοϊκό δίκτυο και στα τεχνητά κανάλια άρδευσης, με περισσότερα από 17.700 χλμ. να χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους και τους τουρίστες.

 

Οδικό δίκτυο

Το οδικό δίκτυο δεν είναι οργανωμένο, όμως τα τελευταία χρόνια έχει διευρυνθεί, με σκοπό να καλύψει τις ανάγκες απομακρυσμένων περιοχών και είναι πυκνό προς τη βόρεια και ανατολική πλευρά της χώρας και καλύπτει απόσταση 64.000 χλμ. (στοιχεία 1996), εκ των οποίων τα 50.000 χλμ. είναι ασφαλτοστρωμένα.

Δύο μεγάλοι σύγχρονοι αυτοκινητόδρομοι συνδέουν το Κάιρο με την Αλεξάνδρεια, ενώ μεγάλες οδοί συνδέουν την πρωτεύουσα και με το Πορτ Σάιντ, το Σουέζ και το Φαγιούμ. Τα αυτοκίνητα που κινούνται δεν είναι αρκετά, για την έκταση και τον πληθυσμό, καθώς παρουσιάζουν μεγάλο κόστος αγοράς.

 

Αερομεταφορές

Ο εθνικός αερομεταφορέας της χώρας είναι η "Egypt Air", κρατική επιχείρηση που καλύπτει επαρκώς τόσο τις εσωτερικές όσο και τις διεθνείς ανάγκες πτήσεων. Οι αεροπορικές συγκοινωνίες παρουσιάζουν μεγάλη κινητικότητα λόγω του τουρισμού, με 92 αεροδρόμια και μεγαλύτερο το διεθνές αεροδρόμιο του Καΐρου, αλλά και στην Αλεξάνδρεια, το Πορτ Σάιντ, τη Μάρσα Ματρούχ, το Λούξορ, το Ασσουάν κ.α.

 

Θαλάσσιες μεταφορές

Το μεγαλύτερο λιμάνι είναι η Αλεξάνδρεια, στις ακτές της Μεσογείου, το οποίο διεκπεραιώνει το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων, ενώ άλλα λιμάνια είναι το Πορτ Σάιντ και το Σουέζ. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τη Διώρυγα του Σουέζ, η οποία παρέχει μεγάλες διευκολύνσεις στην παγκόσμια ναυτιλία και συνεισφέρει υψηλά έσοδα στην αιγυπτιακή οικονομία από τα διόδια, η οποία συνδέει τη Μεσόγειο με την Ερυθρά θάλασσα και αποτελεί ένα θαυμαστό τεχνολογικό επίτευγμα, με συνολικό μήκος 165 χλμ., πλάτος από 70 έως 130 μ. και μέσο βάθος 12 μ.

 

Τηλεπικοινωνίες

Το δίκτυο επικοινωνιών έχει διευρυνθεί, συνδέοντας αρκετά απομακρυσμένες περιοχές της αιγυπτιακής ενδοχώρας, όμως το 1998 αναλογούσε 1 τηλέφωνο για 17,8 περίπου κατοίκους, ποσοστό αντιπροσωπευτικό τριτοκοσμικής χώρας.

 

Μ.Μ.Ε.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εκπροσωπούνται από το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τις εφημερίδες. Το 1997 αντιστοιχούσε 1 ραδιόφωνο σε 3,45 κατοίκους Ή 20.500.000 ραδιόφωνα σε όλη τη χώρα, ενώ η τηλεόραση είναι περισσότερο δυσεύρετο είδος ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, λόγω του υψηλού κόστους αγοράς και το 1997 αντιστοιχούσε μόλις 1 τηλεόραση σε κάθε 9,2 κατοίκους ή 7,7 εκατομμύρια δέκτες.

Ο αιγυπτιακός τύπος είναι οργανωμένος και ο πιο αναπτυγμένος όλου του αραβικού κόσμου. Σύμφωνα με μέτρηση του 1992 ο δείκτης ημερήσιας κυκλοφορίας εφημερίδων σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας ήταν 44 εφημερίδες ανά 1.000 κατοίκους και η χώρα κατέχει τις μεγαλύτερες εκδοτικές μονάδες σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Η εφημερίδα με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία είναι η "Αλ Αχράμ", που εκφράζει τις απόψεις της αιγυπτιακής κυβέρνησης. Αρκετά τηλεοπτικά κανάλια έχουν κάνει την εμφάνισή τους, ιδίως μετά το 1990 και ο αριθμός φτάνει τα 41. Το εθνικό τηλεοπτικό δίκτυο διευθύνεται από το Αιγυπτιακό κράτος και παρουσιάζει προγράμματα στα αραβικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά και άλλες γλώσσες. Τέλος, το Πρακτορείο Ειδήσεων της Μέσης Ανατολής καλύπτει ειδησεογραφικά και τις υπόλοιπες χώρες της Μέσης Ανατολής.