fb

Τσιμποράσο, Καϊμποϊράσο, Κοτοπάξι, Τινγκουράουα, Κιλοτόα

Aυτοί οι χιονισμένοι γίγαντες με τα ονόματά τους παρμένα από την ινδιάνικη μυθολογία καλωσορίζουν τους επισκέπτες της εκουαδοριανής κορδιλιέρας που διασχίζουν την Παναμερικάνα, τον αυτοκινητόδρομο που ενώνει το Μεξικό με την Παταγονία, με κατεύθυνση προς τη Κουένκα. Στους πρόποδες αυτών των βουνών, σε υψόμετρο 2.500 έωςκαι 4.000 μ., ζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια οι Ινδιάνοι Πουρουά και καλλιεργούν τις πλαγιές τους με πατάτες και καλαμπόκι, το χοντρό, ζουμερό καλαμπόκι που φυτρώνει σε αυτά τα υψόμετρα και το ψήνουν, το αλατίζουν και φτιάχνουν έναν εκλεκτό μεζέ. Ολόκληρες βουνοπλαγιές με απότομες κλίσεις, χωρισμένες σε χωράφια, σπαρμένα φυτά που τα διαφορετικά χρώματα των λουλουδιών τους συνθέτουν ένα καταπληκτικό παζλ. Και ούτε μια πεζούλα.
Πως είναι δυνατόν να μη φεύγει το χώμα σε μια τροπική χώρα, όπου βρέχει τόσο πολύ; Και όμως. Τα ηφαίστεια έχουν χαρίσει σε αυτή τη γη τη λάβα τους, ένα χώμα τόσο πυκνό και πλούσιο που δεν μπορεί να το ξεπλύνει καμιά βροχή και που, ακόμα και ξύλο να μπήξεις, κάτι θα φυτρώσει.
Η Ριομπάμπα, η πρωτεύουσα της επαρχίας Τσιμποράσο, που πήρε το όνομά της από την ψηλότερη κορυφή του Εκουαδόρ στα 6.300 μ., το τρίτο ψηλότερο ηφαίστειο στον κόσμο, το οποίο, λόγω της θέσης του, σχεδόν πάνω στη νοητή γραμμή του σημερινού, είναι το κοντινότερο σημείο της Γης στον Ήλιο. Η επαρχία Τσιμποράσο είναι μια από τις δυο επαρχίες με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ινδιάνικου πληθυσμού στη χώρα.
Στη Ριομπάμπα, μια μικρή πόλη με αρκετά αποικιακά κτίσματα και εκκλησίες και περισσότερα, νεότερα, κατεβαίνουν καθημερινά πολλοί Ινδιάνοι από τα χωριά τους για να πουλήσουν τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους. Η μεγαλύτερη υπαίθρια λαϊκή αγορά, από τις μεγαλύτερες του Εκουαδόρ, γίνεται γύρω από την εκκλησία Σαν Αλφόνσο. Το θέαμα είναι συναρπαστικό. Ντομάτες, μικρές και μεγάλες, μπανάνες, πράσινες, κίτρινες και κόκκινες, καρύδες, ανανάδες, μάνγκο και δεκάδες άλλα φρούτα της τροπικής γης είναι απλωμένα πάνω σε πάγκους ή σε τεράστιους σωρούς στο πεζοδρόμιο. Και όχι μόνον αυτά. Καπέλα – κάθε φυλή έχει το δικό της στολισμόγια τα καπέλα της, ένα έθιμο που επέβαλαν οι κονκισταδόρες, οι Ισπανοί κατακτητές, για να μπορούν να ξεχωρίζουν τους υπηκόους τους, παντελόνια, κιλίμια και υφαντά, τρανζιστοράκια, εξαρτήματα από διαλυμένα αυτοκίνητα και μηχανάκια, ό,τι μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους, ό,τι χρειάζεται κάποιος για να πορευτε ίσε υψόμετρο 2.600 μ.
Και πίσω από τους πάγκους και τις στοίβες, αυτή η πανάρχαια φυλή των Άνδεων με το σκληρό πρόσωπο και τις μπλούζες, τις φούστες και τις μαντίλες τους σε όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου.
Για τους ινδιάνικους πληθυσμούς της οροσειράς, οι εβδομαδιαίες υπαίθριες αγορές είναι κάτι παραπάνω από απλές εμπορικές συναλλαγές: είναι τόπος συνάντησης και κοινωνικής συναναστροφής, ο χώρος και ο χρόνος που δηλώνουν την ταυτότητά τους.
Το Τσιμποράσο – «πλεξούδες από πάγο» , στην ινδιάνικη γλώσσα Κέτσουα – είναι ένα από τα πιο επιβλητικά βουνά, σμιλεμένο πάνω σε διαδοχικά στρώματα λάβας και σύμβολο για τους πληθυσμούς της περιοχής. Σε μια από τις πλαγιές του, ο Σιμόν ντε Μπολίβαρ εμπνεύστηκε το ποίημα του «Το ντελίριό μου στο Τσιμποράσο». Στο Εθνικό Δρυμότου, απότα 4.000 μέτρα και πάνω, συναντάμε και τα βικούνια, ένα όμορφο είδος της οικογένειας των αμερικανικών καμηλοειδών. Στο Εκουαδόρ ζουν τρία είδη αυτής της οικογένειας, τα βικούνια, τα λάμα και τα αλπάκα. Πολλά είναι εξημερωμένα και οι Ινδιάνοι χρησιμοποιούν το μαλλί και το κρέας τους.

Το εκουαδοριανό « μονοπάτι των Ίνκας », δεν υπόσχεται θέα σε χιονισμένους κρατήρες, ανταμείβει όμως τους τολμηρούς με μια υπέροχη διαδρομή μέσα από ινδιάνικους οικισμούςσ’ ένα από τα πιο όμορφα ορεινά τοπία της χώρας. Από το μονοπάτι των Ίνκας, το οποίο διέσχιζε ο βασιλιάς στη πορεία του προς το Κίτο, δεν έχουν απομείνει πολλά κομμάτια. Οι πέτρες από τις οποίες είχε κατασκευαστεί προορίζονταν για τα μαλακά πόδια των λάμα και όχι για τα άλογα και τα βόδια που χρησιμοποιούσαν οι Ισπανοί στις μετακινήσεις τους. Στη τοποθεσία Παρεδόνες, βρίσκονται και τα καλοδιατηρημένα ερείπια του ναού του Ήλιου της Ινγκαπίρκα, δεύτερου σε σημασία θρησκευτικού τόπου των Ίνκας, μετά το Μάτσου Πίτσου, στο Περού.
Η Παναμερικάνα από το Κίτο προς το Βορρά και τα σύνορα με τη Κολομβία είναι διαφορετική. Έχει πολλές στροφές και υψομετρικές διαφορές, η βλάστηση είναι διαφορετική, τα χρώματα είναι διαφορετικά, τα πράσινα λιγότερα. Η διαδρομή περνά από το Οταβάλο, την πιο τουριστική πόλη του Εκουαδόρ. Είναι μια μικρή πόλη με σωστή ρυμοτομία, καθαρούς πλακόστρωτους δρόμους και ελεγχόμενη κίνηση, με ευρωπαϊκό θα έλεγε κανείς αέρα, πολλά ιντερνέτ καφέ και τράπεζες, αποτέλεσμα μάλλον των χρημάτων που απο φέρει η τουριστική ανάπτυξη. Στη κεντρική πλατεία, την Πλάσαντελος Πόντσος, κάθε Σάββατο, γίνεται η μεγαλύτερη εμποροπανήγυρις της Λατινικής Αμερικής.
Τουρίστες από κάθε μεριά της αμερικανικής ηπείρου αλλά και της Ευρώπης, συρρέουν για να αγοράσουν κάτι από την πλούσια χειροτεχνική παραγωγή των Οταβαλένιων και των γύρω περιοχών: υφαντά, τσάντες και αιώρες, διακοσμητικά χαλάκια, σάλια, κουβέρτες και πουλόβερ. Οι Οταβαλένιοι είναι διάσημοι για την υφαντική τους τέχνη , ενώ τα γύρω χωριά έχουν κι αυτά τη δική τους παραγωγή – το Κοτακάτσι είναι το κέντρο της επεξεργασίας δέρματος και το Σαν Αντόνιο είναι γνωστό για τα ξυλόγλυπτά του. Όλα αυτά μπορεί να τα βρει κανείς στην αγορά του Οταβάλο, την τεράστια πλατεία όπου χωράν επάνω από 1.000 μικροπωλητές, μαζί με τα αντικείμενα από την ακτή της χώρας, τη ζούγκλα, αλλά και την Κολομβία και το Περού. Το Οταβάλο ήταν από την προκολομβιανή εποχή σταυροδρόμι εμπόρων και αυτή την παράδοση συνεχίζει μέχρι σήμερα. Το Οταβάλο είναι χτισμένο σ΄ένα προνομιακό φυσικό τοπίο και προσφέρε ιστον επισκέπτη πολλές δυνατότητες για να περάσει ευχάριστα μερικές μέρες. Μα το πιο όμορφο στο Οταβάλο είναι για πολλούς, ο ιίδιοι οι κάτοικοί του. Η γλυκύτητα του τοπίου, σε αντίθεση με την τραχύτητα και τους στιβαρούς ηφαιστειακούς όγκους της κεντρικής οροσειράς, έχει αποτυπωθεί στο πρόσωπό τους: πρόσωπα στρογγυλά, χαμογελαστά, με καλοσχηματισμένα χαρακτηριστικά και μεγάλα μάτια. Πολλές όμορφες κοπέλες, οι περισσότερες ντυμένες με την παραδοσιακή τους ενδυμασία: άσπρο πουκάμισο, κεντημένο με πολύχρωμα λουλούδια και δαντελένια τελειώματα, και μαύρη, μακριά φούστα. Αλλά και οι άντρες ακολουθούν πιστά τις επιταγές της παράδοσής τους: μακριά κοτσίδα, ψάθινο καπελάκι, μαύρο παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και σκούρο μπλε πόντσο.
Κουένκα, το μικρό χωριό του Ισημερινού που κατασκευάζει τα αυθεντικά panamahats. Το panamahat θεωρείται η ποίηση των καπέλων, ένα μικρό διακριτικό, αλλάξε κάθαρο σύμβολο αναμφισβήτητου κομψού στυλ για άνδρες και γυναίκες. Μια υπογράμμιση της παρουσίας του κατόχου του με τον πιο φίνο τρόπο. Είναι δετα καπέλα με τη μεγαλύτερη επιτυχία στη μεγάληοθόνη: από τον Σον Κόνερι και τον Άντονι Χόπκινς, μέχρι τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και τον Ρόμπερτ ντε Νίρο, όλοι έχουν μια εμβληματική σκηνή, ένα καρέ γοητείας, φορώντας ένα panamahat. To 2012 η UNESCO ενέταξε τα panamahats στη λίστα με τα προστατευόμενα πολιτισμικά προϊόντα, με το επιχείρημα ότι η κατασκευή τους είναι μια τέχνη με μυστικά που περνάνε από γενιά σε γενιά. Γουαγιακίλ, το ορμητήριο για τους σύγχρονους Δαρβίνους. Μπορεί το μικρό ιστορικό του κέντρο να είναι απλό και λιτό αλλά για τους…τολμηρούς που θα ανέβουν τα 400 και πλέον σκαλιά που οδηγούν στο λόφο Cerro Santa Anna, η θέα από την κορυφή θα τους αποζημιώσει και με το παραπάνω!