fb

Τζέιμς Κουκ: Ο «πατέρας της Γεωγραφίας»

Άγγλος θαλασσοπόρος και χαρτογράφος (Γιορκσάιρ, 1728 - Χαβάη, 1779)
Κατατάχθηκε στο Βρετανικό Ναυτικό και αρχικά ταξίδεψε στον Καναδά, όπου ανέλαβε τις χαρτογραφήσεις και τις καταμετρήσεις των ακτών της Νέας Γης και του Λαμπραντόρ. Το 1768 ανέλαβε την ηγεσία μιας επιστημονικής αποστολής στις θάλασσες του Νότου (Νότιος Ειρηνικός Ωκεανός) με σκοπό να συλλέξει παρατηρήσεις για τη δίοδο του πλανήτη Αφροδίτη μπροστά από τον Ήλιο.
(Οι αστρονόμοι είχαν προβλέψει ότι στις 3 Ιουνίου 1769 ο πλανήτης Αφροδίτη θα συναντούσε τον Ήλιο. Οι παρατηρήσεις από τον Ειρηνικό Ωκεανό ήταν απαραίτητες για να μπορέσει να δοθεί ακριβής απάντηση για την έκταση του ηλιακού συστήματος).
Το Βρετανικό Ναυτικό και η Royal Society, όμως, είχαν ένα ακόμα κίνητρο για να πραγματοποιηθεί αυτό το ταξίδι στον Ειρηνικό: την ανακάλυψη της Terra Australis Incognita. Στο πρόσωπο του Κουκ, που τότε ήταν 39 ετών, είχαν βρει το ιδανικό άτομο που θα εντόπιζε αυτήν την ήπειρο.
Ξεκίνησε από το Πλίμουθ στις 25/8/1768 με το πλοίο «Endeavor» και αφού πέρασε το Ακρωτήριο Χορν και περιέπλευσε τη Νότια Αμερική έφτασε στην Ταϊτή τον Απρίλιο του 1769. Εκεί παρατήρησε στις 3 Ιουνίου το φαινόμενο της διάβασης της Αφροδίτης από τον ηλιακό δίσκο. Στις 13/7 το πλοίο σάλπαρε για τις θάλασσες του Νότου αναζητώντας μια νέα ήπειρο.  Χαρτογράφησε μεγάλο μέρος από τα νησιά που ονόμασε Νησιά της Εταιρίας (Society Islands) προς τιμήν της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρίας του Λονδίνου. Στις 7/10 έφτασε στις ακτές της Νέας Ζηλανδίας, τις οποίες εξερεύνησε πραγματοποιώντας τον περίπλου των νησιών, κατά τη διάρκεια του οποίου ανακάλυψε μεταξύ άλλων και τον πορθμό που χωρίζει τα δύο μεγαλύτερα νησιά (σήμερα: πορθμός Κουκ).

Το Μάρτιο του 1770 απέπλευσε για το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Το δρομολόγιο αυτό τον οδήγησε στην Αυστραλία. Ο Κουκ έπλευσε κατά μήκος των ακτών της Ανατολικής Αυστραλίας σε απόσταση 4.500 χιλιομέτρων από το ακρωτήριο Χόου, στα σύνορα των σημερινών πολιτειών Νέας Νότιας Ουαλίας και Βικτόρια, μέχρι το ακρωτήριο Γιορκ. Μελέτησε τις νότιες ακτές της Νέας Γουινέας και την Ιάβα και αφού περιέπλευσε το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας επέστρεψε στη Μεγάλη Βρετανία το 1771.
Το επόμενο έτος επιχείρησε δεύτερο εξερευνητικό ταξίδι με δύο πλοία, το «Resolution» και το «Adventure». Ξεκίνησε στις 13/7/1772 και αφού πέρασε το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας κινήθηκε προς Νότο. Στις 58° Νότιο Γεωγραφικό Πλάτος τα παγόβουνα τους έφραξαν το δρόμο. Τότε στράφηκε προς τη Νέα Ζηλανδία, τα Νησιά της Εταιρίας και την Ταϊτή. Έπειτα κινήθηκε προς τα δυτικά και έφτασε στα Νησιά των Φίλων (που είχαν ανακαλυφθεί από τον Τάσμαν). Το χειμώνα του 1773 αφού έκανε στάση πάλι στη Νέα Ζηλανδία κινήθηκε νότια. Στις 30/01/1774 έφτασε στις 71°10’ Νότιου Γεωγραφικού Πλάτους -σημείο στο οποίο κανείς δεν είχε φτάσει έως τότε- μέσα σε ομίχλες και καταιγίδες, χωρίς όμως να ανακαλύψει ίχνος ξηράς. Πλέοντας ύστερα στο Νότιο Ειρηνικό ανέβηκε στα Νησιά του Πάσχα, χαρτογράφησε τα αρχιπελάγη Μαρκέσας και Νέων Εβρίδων (σημερινό Βανουάτου) και στη συνέχεια αυτό της Νέας Καληδονίας. Αφού πέρασε τη Γη του Πυρός, ανακάλυψε το Νησί της Γεωργίας και επέστρεψε στο Πλίμουθ το 1775. Επιστρέφοντας στην Αγγλία, αρνήθηκε τη θέση που του προσέφερε το Αστεροσκοπείο του Γκρίνουιτς, για να επιχειρήσει και τρίτο εξερευνητικό ταξίδι με σκοπό τη γεωγραφική μελέτη του Βερίγγειου πορθμού.
Ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1776 με τα πλοία «Resolution» και «Discovery» και με πορεία προς τον Ειρηνικό μέσω του Ινδικού Ωκεανού. Πέρασε από τα νησιά Μάριον, Κρόζετ και Κεργκελέν και κατευθύνθηκε προς την Τασμανία και τη Νέα Ζηλανδία.
Αφού ανακάλυψε τα νησιά που φέρουν το όνομά του (Νησιά Κουκ) κατέληξε στα Νησιά των Φίλων και τα Νησιά της Εταιρίας. Τον Ιανουάριο του 1778 έφτασε στη Χαβάη. Διέπλευσε τον Ειρηνικό με κατεύθυνση προς το Βορρά, με σκοπό να παρακάμψει τον Βερίγγειο πορθμό και να ανακαλύψει τη λεγόμενη «βορειοδυτική δίοδο», εξερεύνησε τα ανατολικά παράλια της Ασίας, παρέπλευσε τις ακτές της Νότιας και της Δυτικής Αλάσκας και παρέκαμψε το Βερίγγειο πορθμό, αλλά, στο πλάτος 70° 41’, οι πάγοι τον ανάγκασαν να πλεύσει προς το Νότο. Στις 14/2/1779 σκοτώθηκε στη Χαβάη (στον κόλπο Κεαλακεκούα) σε μια συμπλοκή με τους ιθαγενείς.
Ο Κoυκ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους θαλασσοπόρους όλων των εποχών, ενώ θεμελιώδης ήταν και η συμβολή του στη χαρτογραφία και στους τομείς της φυσικής γεωγραφίας, της ανθρωπογεωγραφίας και των φυσικών επιστημών. Στις τρεις αποστολές του, που διήρκησαν 11 χρόνια, ανακάλυψε εκατοντάδες νησιά, γνώρισε φυλές που μέχρι τότε δεν ήταν γνωστές και σχεδίασε χάρτες με τόση ακρίβεια που για αιώνες έμειναν ανυπέρβλητοι. Η επιστημονική του προσέγγιση οδήγησε σε θεραπεία του σκορβούτου και απέδειξε την αξία των χρονογράφων που χρησιμοποιούνταν για τα ταξίδια. Οι ακριβείς παρατηρήσεις κατά τη διάρκεια των εξερευνήσεών του καθόρισαν το περίγραμμα σημαντικού τμήματος της επιφάνειας της Γης, ιδιαίτερα του Ειρηνικού. Παράλληλα, χάρη στο τεράστιο υλικό των παρατηρήσεων που συνέλεξε, η βοτανική, η ζωολογία, και προπάντων η εθνογραφία, σημείωσαν πρωτοφανείς προόδους.