fb

Πληροφορίες για: Λασίθι

Ο Νομός Λασιθίου είναι ο ανατολικότερος νομός της Κρήτης. Στις τρεις πλευρές του το Λασίθι βρέχεται από θάλασσα, το Κρητικό Πέλαγος από τα βόρεια, το Ικάριο ανατολικά και το Λιβυκό στα νότια. Δυτικά του είναι ο Νομός Ηρακλείου με φυσικό σύνορο την οροσειρά Δίκτυ. Το Λασίθι διαιρείται σε 8 Δήμους: του Αγίου Νικολάου, της Ιεράπετρας, της Σητείας, της Νεάπολης, του Οροπεδίου Λασιθίου, του Μακρύ Γυαλού, της Λεύκης και του Ιτάνου.

Για την καταγωγή του ονόματος του νομού υπάρχουν αρκετές εκδοχές. Οι πιθανότερες είναι δύο. Η πρώτη εκδοχή υποστηρίζεται από τον Paul Favre και αναφέρεται στην πόλη της Σητείας καθώς οι πρώην κατακτητές βενετσιάνοι την έγραφαν La Sitti. Η δεύτερη εκδοχή αναφέρεται στην αρχαία ελληνική λέξη «λάσιος» που σημαίνει κατάφυτος τόπος. Πρωτεύουσα του Νομού είναι ο Άγιος Νικόλαος.

Το κλίμα του Νομού είναι ήπιο και γλυκό, καθαρά μεσογειακό, χωρίς απότομες εποχιακές μεταπτώσεις. Οι ευνοϊκές αυτές κλιματολογικές συνθήκες εξασφαλίζουν στο νομό αυτάρκεια σε γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα και κηπευτικά εκλεκτά σε ποιότητα και γεύση. Εκτός από τις παραδοσιακές καλλιέργειες και τις κτηνοτροφικές δραστηριότητες που κάποτε ήταν οι κύριες ασχολίες των κατοίκων, σήμερα το εμπόριο και κυρίως ο τουρισμός συνεισφέρουν πολλά στην οικονομία του τόπου. Η περιοχή προσελκύει μεγάλο αριθμό παραθεριστών, και ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, τόσο Έλληνες, όσο και πολλούς ξένους, κυρίως Ευρωπαίους τουρίστες.

Στο Νομό Λασιθίου τρία είναι τα μεγάλα αστικά κέντρα, ο Άγιος Νικόλαος, η Σητεία και η Ιεράπετρα, που είναι και η μεγαλύτερη πόλη του νομού. Πρωτεύουσα του Νομού είναι ο Άγιος Νικόλαος.

Το έδαφος είναι κυρίως ορεινό, με την οροσειρά Δίκτη (ή αλλιώς Λασιθιώτικα όρη) που κυριαρχεί στα όρια των νομών Λασιθίου και Ηρακλείου , να καταλαμβάνει εξολοκλήρου την επαρχία Λασιθίου και μέρος των επαρχιών Μιραμπέλλου και Ιεράπετρας. Μια δεύτερη οροσειρά , τα Στειακά όρη, βρίσκονται στα ανατολικά του νομού.

Κοιλάδες με ελαιόδενδρα υπάρχουν πολλές, με τις δύο μεγαλύτερες στην Ιεράπετρα και τη Νεάπολη, αλλοιώς και κοιλάδα Μεραμπέλλου κι άλλες μικρότερες ανάμεσα στα βουνά ,συχνά κοντά στα παράλια.

Υπάρχουν πολλά οροπέδια,το μεγαλύτερο είναι το οροπέδιο του Λασιθίου και το οροπέδιο του Καθαρού (στο Δ.Δ. Κριτσάς του Δήμου Αγίου Νικολάου).

Φαράγγια υπάρχουν αρκετά με πιο μεγάλο αυτό του Χα (στο 24ο χιλιόμετρο Αγίου Νικολάου - Ιεράπετρας στην πλαγιά Παπούρα ).

Δεν υπάρχουν αξιόλογα ποτάμια, παρά μόνο χείμαρροι και τα μόνο εμφανή νερά είναι διάφορες πηγές που εκμεταλλεύονται στην ύδρευση και την άρδευση.

Η ακτογραμμή του Νομού Λασιθίου είναι ποικίλη με ένα μεγάλο κόλπο (Μεραμπέλλου), μια λιμνοθάλασσα (Βουλισμένη Αγίου Νικολάου) εκτεταμένες παραλίες, μικρά και μεγάλα λιμάνια στο βορρά (Ελούντας, Σητείας, Πόρου και Φανερομένης), τα λιμάνια Γκράντε, Καρούμπι και Ζάκρος στα δυτικά και στα νότια Μακρυγιαλός και Καλά Νερά.

Τα ακρωτήρια του νομού είναι του Αγίου Ιωάννη, Φανερωμένης, Σίδερου (Αγίου Ισιδώρου), Ζάκρου και Πλάκα.

Τα νησιά που ανήκουν στο νομό είναι πολλά και ενδιαφέροντα, το καθένα για το δικό του λόγο. Η Σπιναλόγκα, το νησί ενετικό οχυρό που χρησιμοποιήθηκε κι ως τόπος συγκέντρωσης των Χανσενικών (λεπρών), οι Άγιοι Πάντες που είναι καταφύγιο των κρητικών αιγάγρων (κρι κρι), η Κολοκύθα, η Ψείρα, οι Διονυσάδες με αρχαία ευρήματα, η Ελάσα, το Κουφονήσι, η Χρυσή με ένα ενδημικό είδος κέδρου κ.α.

 

Άγιος Νικόλαος

Ο Αγιος Νικόλαος βρίσκεται 65 χιλιόμετρα ανατολικά από το Ηράκλειο. Ο Αγιος Νικόλαος ή απλά Αγιος, όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούν οι ντόπιοι, δεσπόζει στον όμορφο κόλπο του Μεραμπέλλου, στη βορειο-ανατολική ακτή του Nομού Λασιθίου στην Ανατολική Κρήτη. Ο Αγιος Νικόλαος έχει πληθυσμό 10.000 κατοίκους και, παρά το μικρό του μέγεθος, είναι μια από τις μεγαλύτερες πόλεις στο Νομό Λασιθίου, τον πιο ανατολικό νομό στην Κρήτη. Ο Αγιος Νικόλαος ήταν από τις πρώτες πόλεις στην Κρήτη απ’ όπου ξεκίνησε η τουριστική ανάπτυξη του νησιού και η περίφημη λίμνη του Αγίου Νικολάου, γύρω από την οποία είναι χτισμένο το κέντρο της πόλης, εξακολουθεί να εντυπωσιάζει τους επισκέπτες. Ο Αγιος Νικόλαος βρίσκεται στον μεγαλύτερο φυσικό κόλπο της Κρήτης, τον Κόλπο του Μεραμπέλλου, που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας της όμορφης θέας (mira bella) που απολαμβάνει κάποιος από την πόλη προς τη θάλασσα.

Ελούντα

Η Ελούντα βρίσκεται στην ανατολική Κρήτη βόρεια από τον Αγιο Νικόλαο και νότια από τον παραλιακό οικισμό Πλάκα. Κάποτε η Ελούντα ήταν ένα γραφικό ψαροχώρι μέσα στον όμορφο κόλπο του Μεραμπέλλου. Οι κάτοικοι της ζούσαν από τη γεωργία, το ψάρεμα, την παραγωγή αλατιού στις ενετικές αλυκές και την εξόρυξη της ακονόπετρας. Στα υψώματα γύρω από την Ελούντα εξορύσσεται μια πέτρα μοναδική στην Ελλάδα, η ακονόπετρα, ένα είδος λεπτόκοκκης σμύριδας από την οποία γίνονται τα γνωστά ακόνια, που χρησιμοποιούνται για το ακόνισμα των εργαλείων για πολλές διαφορετικές εργασίες. Τα ακόνια της Ελούντας ήταν γνωστά στην Ευρώπη από παλιά με το όνομα "τούρκικες πέτρες" ή "Ναξία λίθος". Όταν ο τουρισμός την ανακάλυψε, η Ελούντα εξελίχθηκε σε ένα θέρετρο γνωστό για την ομορφιά του τοπίου και για τα πολυτελή ξενοδοχεία που κτίστηκαν και εξακολουθούν να χτίζονται γύρω της. Λέγεται ότι είναι η περιοχή της Ελλάδας με τα περισσότερα ξενοδοχεία 5 αστέρων. Εκτός από πολιτικούς, η Ελούντα συχνά υποδέχεται Αραβες πρίγκιπες με τις πολυμελείς οικογένειες τους, αστέρια του σινεμά και της μουσικής, Ρώσους μεγιστάνες και γενικώς VIPs από κάθε γωνιά του πλανήτη. Είναι κι αυτό κομμάτι της μαγείας της, αφού πολλοί ονειρεύονται να απλώσουν την πετσέτα τους στις παραλίες της Ελούντας, εκεί που κολυμπούσε πριν κάποιος διάσημος.

Ιεράπετρα

Η Ιεράπετρα βρίσκεται στη νότιο-ανατολική Κρήτη, χτισμένη σε μια εξαιρετικά στρατηγική θέση, καθώς ελέγχει τις νότιες ακτές της Κρήτης και το Λιβυκό Πέλαγος. Ευνοημένη από τη θέση της αλλά και από τη φύση, η Ιεράπετρα υπήρξε ανέκαθεν σημαντικό κέντρο για το νησί και εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη πόλη στη νότια Κρήτη και σημαντικό τουριστικό προορισμό. Όταν την επισκεφτείτε σήμερα θα δείτε μια πόλη ζωντανή, γεμάτη δράση και ένταση, που δεν θα συναντήσετε ούτε στον Άγιο Νικόλαο, ούτε στη Σητεία. Η Ιεράπετρα των 13,000 κατοίκων περίπου (απογραφή 2001), είναι μια πόλη χτισμένη δίπλα στη θάλασσα με μια εξαιρετική παραλία στο πιο κεντρικό σημείο της. Αυτό που κάνει όμως την Ιεράπετρα να ξεχωρίζει είναι πως εδώ παρατηρούνται η μεγαλύτερη μέση ηλιοφάνεια και οι υψηλότερες θερμοκρασίες στην Κρήτη και στην Ελλάδα, με μέσο όρο τους 20 βαθμούς καθ’ όλο το χρόνο.

Σητεία

Η Σητεία είναι μια μικρή αλλά γοητευτική κωμόπολη στην Κρήτη στο νομό Λασιθίου, χτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά ενός λόφου στα βόρεια και ανατολικά του νησιού. Η Σητεία είναι η πρωτεύουσα του ομώνυμου δήμου (Δήμος Σητείας) και μια από τις πιο ευχάριστες και συμπαθητικές πόλεις στο Λασίθι, που παρά τον τουρισμό και την ανάπτυξη της διατηρεί ακόμα την ηρεμία και την ησυχία της. σητεια πανοραμικη φωτογραφια Σε αυτό βοηθά το υπέροχο τοπίο της Σητείας, με τον όμορφο κόλπο, το λιμανάκι της και τις βουνοκορφές που υψώνονται στον ορίζοντα νότια από την πόλη. Ολόκληρη η περιοχή γύρω από τη Σητεία διακρίνεται για την αντίθεση του τοπίου με τα ψηλά βουνά, τους λόφους και τις κοιλάδες, τα σπήλαια και τις αμμώδεις παραλίες με τους κολπίσκους τους. Το τοπίο είναι ένας συνδυασμός Μεσογειακού και Αφρικάνικου τοπίου, με θερμά και ξηρά σημεία, πιο δροσερά και ήπια αλλού. Η Σητεία διαθέτει ένα πολύ καλοφτιαγμένο λιμάνι, τόσο για επιβατικά πλοία που συνδέουν την περιοχή με τον Πειραιά και άλλα νησιά, όσο και για ψαρόβαρκες, που δίνουν και έναν ιδιαίτερα γραφικό τόνο στην περιοχή.

Πληροφορίες για τις Χώρες

Ελλάδα

Η Ελλάς είναι κράτος στο νότιο άκρο της Βαλκανικής ή χερσονήσου του Αίμου και αποτελεί επίσης τη νοτιοανατολική άκρη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, συνορεύοντας προς Βορρά με την Αλβανία, τη FYROM ή ΠΓΔM, τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας και την Βουλγαρία και προς Ανατολάς με την Τουρκία.

Γεωγραφία

Γεωλογική διαμόρφωση
Ο σημερινός ελληνικός χώρος διαμορφώθηκε ύστερα από σειρές γεωλογικών ανατροπών, ηπειρογενετικών και ορογενετικών κινήσεων της Πλειόκαινης εποχής. Τα γεωλογικά αυτά φαινόμενα, στην περιοχή της προϊστορικής "Αιγηίδος", προκάλεσαν κατακερματισμό και καταποντισμό διάφορων τμημάτων ξηράς, ενώ αλλού ανάδυση άλλων τμημάτων ξηράς από τη θάλασσα. Προηγουμένως, κατά την Ολιγόκαινη εποχή, με την αλπική πτύχωση σχηματίστηκαν με προέκταση των "Δειναρίδων" οροσειρών οι "Ελληνίδες" οροσειρές, οι οποίες σκέπασαν τον ηπειρωτικό κορμό της Ελλάδας, την Πελοπόννησο, την Κρήτη. Έτσι, η χώρα διαμορφώθηκε κυρίως σε ορεινή, με μέγιστο κατακόρυφο και οριζόντιο διαμελισμό και με πολλά ρήγματα (Κορινθιακός κόλπος, κοιλάδα Σπερχειού, Μαλιακός κόλπος, στενό Ευρίπου, ρήγμα Ιονίου πελάγους κ.λ.π.). Παράλληλα δημιουργήθηκαν πολυάριθμα νησιά, πολλά από τα οποία είναι ηφαιστειογενή, σκορπισμένα σε μια θαλάσσια περιοχή γεμάτη από υποβρύχιες τάφρους, φρέατα και βυθίσματα. Η γεωλογική διαμόρφωση δεν έχει ακόμα εντελώς οριστικοποιηθεί και γι` αυτό η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο σεισμογενείς χώρες του κόσμου, αν και η ηφαιστειακή δράση έχει ουσιαστικά ατονήσει και ελάχιστα είναι σήμερα τα ενεργά ηφαίστεια (Σαντορίνη, Νίσυρος).

Όρη
Το ελληνικό ανάγλυφο έχει γενικά ως κύριο χαρακτηριστικό τη συσσώρευση πολλών ορεινών όγκων. Τα 3/5 της χώρας καλύπτονται από βουνά, με ψηλότερο τον Όλυμπο (2.904 μ.) (βλέπε πίνακα βουνών).

Πεδιάδες
Η Ελλάδα είναι ορεινή κυρίως χώρα, γι` αυτό και δεν έχει παρά λίγες και μέτριες σε έκταση πεδιάδες. Μόνο το 1/5 της ξηράς αποτελείται από πεδιάδες, που περιβάλλονται συνήθως από φραγμό ψηλών βουνών ή περιορίζονται από τη θάλασσα. Η μεγαλύτερη πεδινή έκταση της Ελλάδας βρίσκεται στην κεντρική Μακεδονία και απαρτίζεται από τις πεδιάδες της Θεσσαλονίκης, των Γιαννιτσών και της Κατερίνης, οι οποίες όμως αποτελούν ουσιαστικά ενιαίο σύνολο, με έκταση 2.616 τ.χλμ. (βλέπε πίνακα πεδιάδων). Από τις υπόλοιπες πεδιάδες της Κοζάνης-Καϊλαρίων και της Φλώρινας είναι υψίπεδα, που βρίσκονται σε ύψος 620-650 μ., του Δομοκού σε ύψος 300μ., των Φαρσάλων και Τρικάλων-Καρδίτσας με υψόμετρο 120μ., ενώ όλες οι άλλες βρίσκονται σε υψόμετρο κάτω από 100μ.

Ποταμοί
Οι ποταμοί της Ελλάδας είναι μικροί, ακολουθούν τη διεύθυνση των κοιλάδων και χύνονται στις ελληνικές θάλασσες. Γενικά αβαθείς και ορμητικοί, κανένας τους δεν είναι πλωτός και μόνο σε ορισμένα σημεία του Έβρου και του Λουδία μπορούν να κυκλοφορήσουν λέμβοι. Οι ελληνικοί ποταμοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες λάσπης και έτσι σχηματίζουν συχνά προσχώσεις και δέλτα στις εκβολές τους. Τα νερά τους όμως από το 1952 άρχισαν να χρησιμοποιούνται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως στον Αχελώο, στον Αλιάκμονα κ.ά. Επίσης αρδεύουν τις γύρω απ` αυτούς πεδινές εκτάσεις και καθιστούν γόνιμο το έδαφός τους. Οι μεγαλύτεροι ποταμοί που διαρρέουν την Ελλάδα είναι ο Έβρος και ο Αξιός. Και οι δύο όμως πηγάζουν έξω από την ελληνική επικράτεια, ο Έβρος από τη Βουλγαρία και ο Αξιός από τα Σκόπια (FYROM). Το μήκος τους μέσα στην Ελλάδα είναι περιορισμένο. Από τους ποταμούς που πηγάζουν μέσα στον ελληνικό χώρο ο μεγαλύτερος είναι ο Αλιάκμονας, που διασχίζει τη Δυτική Μακεδονία και χύνεται στο Θερμαϊκό κόλπο (βλέπε πίνακα ποταμών).

Λίμνες
Οι ελληνικές λίμνες είναι λίγες και μικρές, εκτός από τη Μεγάλη Πρέσπα, η οποία όμως δε βρίσκεται ολόκληρη μέσα στην ελληνική επικράτεια, καθώς μέρος της ανήκει στην Αλβανία και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η στάθμη των νερών τους δεν είναι σταθερή λόγω των υπόγειων ροών, ενώ πολλές δεν είναι πλωτές σε μεγάλη έκταση. Σε πολλές από αυτές λειτουργούν ιχθυοτροφεία, στα οποία εκτρέφονται κυρίως χέλια και πέστροφες. Οι περισσότερες και μεγαλύτερες βρίσκονται στη Μακεδονία, ενώ υπάρχουν και ορισμένες λιμνοθάλασσες (Αγουλινίτσας, Μεσολογγίου). Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει σοβαρά αποστραγγιστικά έργα στις ελληνικές λίμνες, δύο μάλιστα από αυτές, των Γιαννιτσών και η Κωπαΐδα, έχουν αποξηρανθεί και μεταβλήθηκαν σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. (βλέπε πίνακα λιμνών).

Θάλασσες
Η Ελλάδα βρέχεται από τρία πελάγη της Ανατολικής Μεσογείου: το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Κρητικό, σπουδαιότερο από τα οποία είναι το Αιγαίο, γιατί αποτελεί το δρόμο που συνδέει τον Εύξεινο Πόντο με τη Μεσόγειο, καθώς και την Ευρώπη με τη Μικρά Ασία, ενώ είναι διάσπαρτο από μικρά και μεγάλα νησιά. Το Κρητικό πέλαγος, καθώς και το Θρακικό και το Μυρτώο, αποτελούν τμήματα του Αιγαίου.
Το Ιόνιο πέλαγος είναι πιο ομαλό από το Αιγαίο. Τα λίγα νησιά του έχουν διάταξη παράλληλη προς τη δυτική ακτή της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το βάθος του πελάγους μέχρι τα νησιά αυτά μόλις που ξεπερνά τα 200 μ. Πέρα όμως από τα νησιά ανοίγεται απότομη και εκτεταμένη υφαλολεκάνη με βάθη που διαρκώς αυξάνονται.
Παραθέτουμε τα μέγιστα βάθη των θαλασσών της Ελλάδας:
α) Φρέαρ Οινουσών: το μέγιστο βάθος 5.090 μ. σημειώνεται σε απόσταση 68 μιλίων νοτιοδυτικά του ακρωτηρίου Ταίναρου. Το βάθος αυτό είναι το μέγιστο της Ελληνικής Τάφρου και της Μεσογείου.
β) Τάφρος Καρπάθου: Μέγιστα βάθη 3.048 μ. και 2.532 μ. νοτιοδυτικά της βορειότερης άκρης της νήσου Καρπάθου. Είναι υφαλοχαράδρα με κατεύθυνση προς τη βορειοανατολική άκρη Σίδερο της Κρήτης και από εκεί προς το μεταξύ της Κρήτης και Θήρας διάστημα. Το μέγιστο βάθος 3.048 μ. βρίσκεται σε απόσταση 40 μιλίων νοτιοανατολικά της άκρης Σίδερο της Κρήτης, ενώ το βάθος των 2.532μ. βρίσκεται σε απόσταση 13 μιλίων βόρεια της νήσου Κάσου.
γ) Τάφρος Βόρειου Αιγαίου. Εκτείνεται μεταξύ Βόρειων Σποράδων και Χαλκιδικής, με μέγιστο βάθος 1.950 μ., 4 μίλια βορειοανατολικά της Σκοπέλου.
δ) Λεκάνη Ρόδου: Βρίσκεται ανατολικά-νοτιοανατολικά της Ρόδου και το μέγιστο βάθος 4.452 μ. σημειώνεται σε απόσταση 49 μιλίων ανατολικά της Ρόδου.

Ακτογραφία
Οι ελληνικές ακτές σχηματίζουν μεγάλο αριθμό χερσονήσων και κόλπων.
α) Χερσόνησοι. Κυριότερη χερσόνησος είναι η Χαλκιδική στο Αιγαίο πέλαγος. Αυτή διαιρείται σε τρεις μικρότερες χερσονήσους: του Αγίου Όρους ή Άθωνος (αρχ. Ακτή), της Κασσάνδρας (αρχ. Παλλήνη) και της Λόγγου (αρχ. Σιθωνία). Η Πελοπόννησος ουσιαστικά είναι και αυτή χερσόνησος, γιατί συνδέεται με τον κορμό της ηπειρωτικής Ελλάδας με τον Ισθμό της Κορίνθου.
β) Κόλποι. Πολυάριθμοι και βαθείς κόλποι σχηματίζονται κατά μήκος των ακτών. Κυριότεροι από αυτούς κατά σειρά από τα ανατολικά όρια της χώρας (Θράκη) είναι ο κόλπος της Αλεξανδρούπολης (Δεδέ Αγάτς), κόλπος που σχηματίζεται στις εκβολές του ποταμού Έβρου, ο κόλπος της Καβάλας, ο Στρυμονικός (Κόλπος Ορφανού) ανάμεσα στη Χαλκιδική και την Ανατολική Μακεδονία, ο κόλπος του Αγίου Όρους (αρχ. Σιγγιτικός) και της Κασσάνδρας (αρχ. Τορωναίος), ανάμεσα στις χερσονήσους της Χαλκιδικής, ο Θερμαϊκός ανάμεσα στη Χαλκιδική και στην Κεντρική Μακεδονία, στον οποίο εκβάλλουν οι ποταμοί Αξιός, Αλιάκμονας, Γαλλικός και Λουδίας, ο Παγασητικός, απέναντι από τη Βόρεια Εύβοια, ο Ευβοϊκός, ανάμεσα στην Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα, ο Μαλλιακός, στο μυχό του Βόρειου Ευβοϊκού κόλπου, ο Σαρωνικός μεταξύ Στερεάς και Βορειοανατολικής Πελοποννήσου, ο Κορινθιακός, που αποτελεί θαλάσσια διαχωριστική ζώνη μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου και επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος με τον πορθμό του Ρίου (ελάχιστο πλάτος 1.850μ.) και με το Αιγαίο με τη διώρυγα της Κορίνθου, που ανοίχτηκε το 1893. Η νότια ακτή του Κορινθιακού κόλπου είναι ομαλή, η βόρεια όμως σχηματίζει τρεις μικρότερους κόλπους, της Ιτέας, των Αντικύρων και των Αιγοσθένων.
Η Πελοπόννησος από ανατολικά προς δυτικά επίσης σχηματίζει τους εξής κόλπους: τον Αργολικό, το Λακωνικό, το Μεσσηνιακό, τον Κυπαρισσιακό και τον Πατραϊκό.
Στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα κυριότερος κόλπος είναι ο Αμβρακικός, ανάμεσα στην Ήπειρο και τη Στερεά. Συνδέεται με το Ιόνιο πέλαγος διαμέσου του πορθμού της Πρέβεζας, που έχει ελάχιστο πλάτος 400μ.
Στην Κρήτη σχηματίζονται τρεις μεγάλοι κόλποι, της Σούδας, του Μιραμπέλλου και της Μεσσαράς. Στη Λέσβο σχηματίζεται ο κόλπος της Καλλονής, στην Κεφαλονιά του Αργοστολίου και στη Ζάκυνθο ο ομώνυμος κόλπος.
Στους κόλπους αυτούς πρέπει να προστεθούν ορισμένα φυσικά λιμάνια και όρμοι, όπως του Πειραιά, του Βαθέος Σάμου, της Μήλου, του Μούδρου και της Πύλου.
γ) Λιμάνια. Από άποψη εμπορικής κίνησης, αλλά και συγκοινωνιακής, τα σημαντικότερα λιμάνια της Ελλάδας είναι i. Του Πειραιά: Είναι ευρύτατο και βαθύ και έχει κατάλληλη είσοδο, ώστε εύκολα να προσορμίζουν σ` αυτό κάθε είδους πλοία, χωρίς να επηρεάζονται από θαλασσοταραχές. Αποτελεί συγχρόνως συγκοινωνιακό κόμβο με πολλά λιμάνια της Ευρώπης και άλλων ηπείρων. ii. Της Θεσσαλονίκης: Είναι το μεγαλύτερο της Βαλκανικής και εξυπηρετεί τις θαλάσσιες συγκοινωνίες πολλών βαλκανικών χωρών, καθώς αποτελεί τη μοναδική έξοδό τους στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Άλλα μεγάλα λιμάνια της χώρας είναι του Βόλου, του Ηρακλείου, της Ρόδου, της Σύρου, της Ελευσίνας, της Καλαμάτας, της Μυτιλήνης, της Καβάλας, της Πρέβεζας κλπ.
δ) Ακρωτήρια. Τα μεγαλύτερα ακρωτήρια είναι το Ρίο, ο Ακρίτας, το Ταίναρο και ο Μαλέας στην Πελοπόννησο, το Άκτιο απέναντι από την Πρέβεζα, το Σούνιο στην Αττική, το Αρτεμίσιο και ο Καφηρέας στην Εύβοια, το Τρίκερι στη Θεσσαλία και ο Άθως στη Χαλκιδική.
ε) Πορθμοί, διώρυγες κ.τ.λ. Οι σημαντικότεροι πορθμοί και διώρυγες είναι οι εξής: ο πορθμός του Ευρίπου με ελάχιστο πλάτος 40 μ., το Στενό του Ρίου-Αντιρρίου με ελάχιστο πλάτος 1.920 μ., η διώρυγα της Λευκάδας με ελάχιστο πλάτος 20 μ. και μήκος 3,4 μίλια, η διώρυγα της Κορίνθου με ελάχιστο πλάτος 21 μ. και μήκος 6,3 χλμ., ο δίαυλος Ηγουμενίτσας με ελάχιστο πλάτος 70 μ. και μήκος 920 μ., ο δίαυλος της Πρέβεζας με ελάχιστο πλάτος 60 μ. και μήκος 2.650 χλμ., ο δίαυλος Ναυστάθμου Σαλαμίνας με ελάχιστο πλάτος 240 μ. και μήκος 1.020 μ. και ο δίαυλος Πόρου Μεγάρων με ελάχιστο πλάτος 200 μ. και μήκος 2.400 μ.

Θαλάσσια ρεύματα
Μεγάλα θαλάσσια ρεύματα δεν παρουσιάζουν οι ελληνικές θάλασσες. Τα κυριότερα από αυτά είναι τα εξής: α) Το ψυχρό ρεύμα του Εύξεινου Πόντου, που προχωρεί κατά μήκος των ανατολικών ακτών της ηπειρωτικής Ελλάδας και εξαφανίζεται στο νότιο Αιγαίο. Από το ρεύμα αυτό επηρεάζεται το κλίμα των ακτών προς το ψυχρότερο και ξηρότερο. β) Το θερμό ρεύμα της Μεσογείου, που διακλαδίζεται προς το Ιόνιο και το Αιγαίο πέλαγος και καθιστά το κλίμα της Νότιας Ελλάδας θερμό και υγρό.

Νησιά
Πολλά νησιά, μεγάλα, μέτρια, μικρά, καθώς και ερημονήσια και βραχονησίδες περιβάλλουν την Ελλάδα. Η συνολική τους επιφάνεια είναι 25.484 τ.χλμ. Το μήκος των ακτών κατανέμεται ως εξής: Ηπειρωτική Ελλάδα 2.699,3 χλμ., Πελοπόννησος 1.378,7 χλμ., Νησιά 10.943 χλμ. Το συνολικό μήκος ακτών είναι 15.021 χλμ.
Το μεγαλύτερο ελληνικό νησί είναι η Κρήτη, που έχει έκταση 8.336 τ.χλμ., όση δηλ. περίπου και η Θράκη.

Θερμές πηγές
Αφθονούν στην Ελλάδα οι θερμές ιαματικές πηγές. Οι σπουδαιότερες απ` αυτές είναι: α) Στη Μακεδονία: των Ελευθερών, της Καβάλας (οξυανθρακικές, αλκαλικές), του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης (αλκαλικές, ραδιενεργές), της Νιγρίτας Σερρών (αλκαλικές, ραδιενεργές), του Σέδες Θεσσαλονίκης (θειούχες), του Βελβενδού Κοζάνης (θειούχες), του Σιδηρόκαστρου Σερρών (αλκαλικές, δισανθρακικές), του Ξυνού Νερού Φλώρινας (οξυανθρακικές, αλκαλικές). β) Στη Θράκη: της Σαμοθράκης (θειούχες). γ) Στην Ήπειρο: των Καβασίλων Ιωαννίνων (θειούχες), του Βρωμονερίου Κόνιτσας (θειούχες). δ) Στη Στερεά Ελλάδα: της Βουλιαγμένης Αττικής (χλωρονατριούχες, θειούχες, οξυανθρακικές), της Υπάτης (θειούχες), του Πλατύστομου Φθιώτιδας (οξυανθρακικές, αλκαλικές, σιδηρούχες, θειούχες), των Καμένων Βούρλων Λοκρίδας (ραδιενεργές), της Αιδηψού Εύβοιας (οξυανθρακικές θερμές αλιπηγές), της Αίγινας (αλκαλικές), των Θερμοπυλών Φθιώτιδας (θειούχες) κ.λ.π. ε) Στη Θεσσαλία: του Τσάγεζι (σιδηρούχες, οξυανθρακικές), της Δρανίτσας (θειούχες), του Σμοκόβου Καρδίτσας (αλκαλικές). στ) Στην Πελοπόννησο: των Μεθάνων (οξυανθρακικές, θειούχες), του Λουτρακίου Κορινθίας (αλκαλικές), της Κυλλήνης Ηλείας (θειούχες), του Καϊάφα Ολυμπίας (θειούχες) κ.ά. ζ) Στην Κρήτη: της Λέντας Ηρακλείου (αλκαλικές). η) Στα νησιά του Αιγαίου: της Θερμής Λέσβου (αλκαλικές, θειούχες, σιδηρούχες), του Πολυχνίτου Λέσβου (αλκαλικές), της Κεράμου Χίου (θειούχες, αλκαλικές), της Κουρνού Λήμνου (θειούχες). θ) Στις Κυκλάδες: της Κύθνου (θερμές, σιδηρούχες και ιωδοβρομιούχες αλιπηγές), της Σάριζας Άνδρου (οξυανθρακικές, χλωρονατριούχες).
Οι θερμότερες απ` αυτές είναι του Πολυχνίτου Λέσβου (87° C). Της Αιδηψού κυμαίνονται μεταξύ 65°C-78° C. Οι πιο ραδιενεργές είναι των Καμένων Βούρλων.

Χλωρίδα
Χαρακτηριστικά μεσογειακή χώρα η Ελλάδα, είναι πλούσια σε αειθαλή και σκληρόφυλλα δέντρα και θάμνους και σε αρωματικά φυτά. Το σύνολο του φυτικού κόσμου της ανέρχεται σε 4.045 είδη, από τα οποία κυριαρχούν η ελιά, η λεύκα, ο πλάτανος, το κυπαρίσσι, η συκιά, η δάφνη, το πεύκο, το έλατο, η δρυς, η καστανιά, τα εσπεριδοειδή, η άμπελος, η χαρουπιά κ.ά. Πολυάριθμα είναι τα είδη των λουλουδιών, από τα οποία τα περισσότερα καλλωπιστικά, ανθοκομικά και καρποφόρα έχουν εισαχθεί από άλλες χώρες, όπως ο λωτός (Ν Ασία), η αροκάρια (Νήσοι Νόρφολκ), το γιασεμί (Μαλαισία), η ορτανσία (Κίνα), ο υάκινθος (Κεντρική Αμερική), ο βασιλικός, η μαντζουράνα κ.ά. Τέλος στη χώρα φύονται πάνω από 1.200 συνολικά ενδημικά είδη, τα περισσότερα από τα οποία στην Κρήτη, τις Κυκλάδες και το Άγιο Όρος.

Πανίδα
Ο ζωικός κόσμος της Ελλάδας έχει μεσογειακό χαρακτήρα, με πολυπληθέστερα τα παραθαλάσσια και θαλάσσια ζώα. Έχουν καταμετρηθεί 50 είδη θηλαστικών, 362 πτηνών, 300 είδη ψαριών και πολλά άλλα θαλάσσια είδη και ερπετά. Γενικά έχουν καταγραφεί 1.500 είδη ζώων.
Η επέκταση της ανθρώπινης δραστηριότητας έχει περιορίσει πολύ την άγρια πανίδα: τα άγρια ζώα, όπως ο λύκος, η αρκούδα, το αγριογούρουνο, το ελάφι, το αγριοκάτσικο και το τσακάλι, είναι σπάνια σήμερα. Από τα ήμερα συνήθη είναι τα πρόβατα, τα ιπποειδή, τα βοοειδή, οι κατσίκες και διάφορα άλλα κατοικίδια.
Τα πτηνά είναι κυρίως αποδημητικά (χελιδόνια, αγριόπαπιες, ερωδιοί, πελαργοί, ορτύκια, τρυγόνια κ.α.). Υπάρχουν όμως και ενδημικά αρπακτικά (γύπας, αετός, γεράκι, κουκουβάγια) και αλεκτοροειδή. Ιδιαίτερα αφθονούν τα είδη των ερπετών.

περισσότερα

Παρόμοιοι Προορισμοί

Με μια ματιά

Λασίθι - Ένας πεντάμορφος τόπος με "θεϊκές" ομορφιές!

Χάρτης Ταξιδιού Λασίθι